Τρίτη 2 Ιουνίου 2009

Γραφειοκρατία και λαθρεμπορία ανεβάζουν τις τιμές στα καύσιμα

IOBE:
"Οι γραφειοκρατικές και απαρχαιωμένες τελωνειακές διαδικασίες, η λαθρεμπορία και πειρατεία, ο περιορισμός έκδοσης νέων άδειων κυκλοφορίας ιδιωτικής χρήσης βυτιοφόρων, προβλήματα χωροταξικού σχεδιασμού για την εγκατάσταση νέων αποθηκευτικών χώρων και οι περιορισμοί στο ωράριο λειτουργίας των πρατηρίων αποτελούν δυσλειτουργίες οι οποίες επηρεάζουν τη διαμόρφωση των τιμών των πετρελαιοειδών", τόνισε ο επιστημονικός διευθυντής του ΙΟΒΕ, κ. Γιάννης Στουρνάρας, στον χαιρετισμό του στην εκδήλωση του Ιδρύματος με θέμα την αγορά καυσίμων.

Στην εκδήλωση του ΙΟΒΕ, κατά την οποία παρουσιάστηκε μελέτη με τίτλο "Οι προσδιοριστικοί παράγοντες διαμόρφωσης των τιμών των πετρελαιοειδών",μίλησε και ο γενικός γραμματέας του ΥΠΑΝ, κ. Κωνσταντίνος Μουσουρούλης, ο οποίος και υπογράμμισε την καθοριστική συμβολή του πετρελαίου στο ενεργειακό ισοζύγιο της χώρας, σημειώνοντας ότι οι κύριες επιιδιώξεις του υπουργείου εστιάζονται στον περιορισμό της συμμετοχής του πετρελαίου στο ενεργειακό ισοζύγιο της χώρας, την αύξηση της διείσδυσης του φυσικού αερίου -ειδικά σε ότι αφορά την οικιακή κατανάλωση καθώς και στην αύξηση του ποσοστού εξόρυξης πετρελαίου στην ελληνική επικράτεια.

Και ο κ. Γιάννης Στουρνάρας σημείωσε από την πλευρά του την ιδιαίτερη σημασία των πετρελαιοειδών για την ελληνική οικονομία, υπογραμμίζοντας ότι ο κλάδος παράγει περίπου το 1% της εγχώριας προστιθέμενης αξίας ενώ απασχολεί περίπου 1 στους 220 εργαζόμενους. Ο κ. Στουρνάρας αναφέρθηκε επίσης στα δομικά προβλήματα του κλάδου, σημειώνοντας ότι αυτά σε συνδυασμό με τη σημασία που έχει ο κλάδος στην οικονομία, υποδεικνύουν την ανάγκη για την εξέταση της διαμόρφωσης των τιμών των προϊόντων πετρελαίου.

Τα βασικά ευρήματα της μελέτης παρουσίασε στη συνέχεια ο οικονομολόγος δρ. Αλκιβιάδης Κορρές, με κύρια τα ακόλουθα:

· Σε διεθνές επίπεδο οι τιμές του αργού πετρελαίου επηρεάζονται από παράγοντες όπως οι δυσκολίες στην εξόρυξη που συνεπάγονται υψηλό κόστος στην πετρελαιοπηγή, το αυξημένο κόστος μεταφοράς, οι ανεπαρκείς επενδύσεις στη βιομηχανία διύλισης προϊόντων πετρελαίου, το μέγεθος της ζήτησης και των αποθεμάτων και προπαντός την πολυεπίπεδη κερδοσκοπία μέσω συμβολαίων μελλοντικής εκπλήρωσης και άλλων μορφών παραγώγων συμβολαίων, οι οποίοι συγκεντρώνονται κατά αθροιστικό τρόπο στις τιμές με τις οποίες αγοράζουν τα διυλιστήρια αργό πετρέλαιο. Οι τιμές αυτές διαμορφώνονται στη διεθνή αγορά και με μικρές αποκλίσεις προς τα πάνω ή προς τα κάτω ισχύουν λίγο-πολύ για όλους. Από αυτό το σημείο και μετά αρχίζει η διαμόρφωση τιμών για τον Έλληνα καταναλωτή, έχοντας ήδη ενσωματώσει στο μεταξύ κάθε είδους υπερτιμήσεις, κερδοσκοπίες και στρεβλώσεις του διεθνούς πετρελαϊκού χώρου.

· Η τιμολόγηση στην εσωτερική αγορά πετρελαιοειδών πραγματοποιείται σε τρία στάδια: από το διυλιστήριο στις εταιρείες πετρελαιοειδών, από τις εταιρείες στους κατόχους άδειας Λιανικής (πρατήρια και πωλητές πετρελαίου θέρμανσης) και σε μεγάλους τελικούς καταναλωτές και από τους κατόχους άδειας Λιανικής στους τελικούς καταναλωτές. Η φορολογία των καυσίμων στην Ελληνική επικράτεια, όπως και σε όλα τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αποτελεί το σημαντικότερο μέρος στη διαμόρφωση των τελικών τιμών. Οι φόροι και δασμοί που επιβαρύνουν τις τιμές των πετρελαιοειδών περιλαμβάνουν: (α) τον ειδικό φόρο κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.), ο οποίος είναι σταθερός ανά φυσική ποσότητα προϊόντος, (β) τα ειδικά τέλη και τις εισφορές υπέρ τρίτων και (γ) το φόρο προστιθεμένης αξίας (ΦΠΑ), ο οποίος διαμορφώνεται σε ευρώ ανάλογα με την τιμή πώλησης του προϊόντος.

· Βάση προσδιορισμού των τιμών διυλιστηρίου για τα προϊόντα πετρελαίου στην εγχώρια αγορά αποτελούν οι διεθνείς τιμές κάθε προϊόντος (π.χ. αμόλυβδης βενζίνης, πετρελαίου κίνησης κ.λπ.) και συγκεκριμένα οι τιμές Platt's CIF Med της αγοράς Μεσογείου, η οποία αποτελεί μια ενοποιημένη (περιφερειακή) γεωγραφική αγορά παραγωγής και προμήθειας πετρελαιοειδών. Αν και ακολουθούν τις διακυμάνσεις της τιμής του αργού πετρελαίου, οι μεταβολές στις τιμές των προϊόντων πετρελαίου μπορεί να είναι περισσότερο ή λιγότερο έντονες έναντι του αργού ανάλογα με την επίδραση των ειδικών παραγόντων προσφοράς και ζήτησης που σχετίζονται με κάθε προϊόν (π.χ. σύνθεση και εποχικότητα ζήτησης, διυλιστική ικανότητα και επάρκεια της βιομηχανίας διύλισης, περιβαλλοντικές και ποιοτικές προδιαγραφές, καιρικές συνθήκες, κ.λπ.). Επιπρόσθετα, οι διακυμάνσεις της συναλλαγματικής ισοτιμίας €/$ αποτελούν έναν εξίσου καθοριστικό παράγοντα προσδιορισμού των τιμών διυλιστηρίου.

· Η άμεση σύνδεση με τις διεθνείς τιμές προϊόντων σημαίνει ότι οι τιμές διυλιστηρίου δεν διαμορφώνονται με βάση την αρχή "κόστος + περιθώριο κέρδους" αλλά αντανακλούν τις συνθήκες και τις τιμές που επικρατούν στη διεθνή αγορά, όπως αυτές διαμορφώνονται σε εξειδικευμένες, χρηματιστηριακού τύπου, αγορές εμπορευμάτων (commodities exchanges). Οι τιμές διυλιστηρίου που διαμορφώνονται στη χώρα μας διαπιστώνεται ότι είναι παραπλήσιες με τις επικρατούσες τιμές στην αγορά Μεσογείου, οπότε είναι ανταγωνιστικές ως προς τις αντίστοιχες τιμές εισαγωγής και προσεγγίζουν το κόστος ευκαιρίας που προκύπτει από τη δυνατότητα εξαγωγής των εγχωρίως παραγόμενων προϊόντων πετρελαίου. Η συγκεκριμένη μέθοδος τιμολόγησης ουσιαστικά αφαιρεί από τα διυλιστήρια τη δυνατότητα να πωλούν με βάση "το κόστος συν το περιθώριο κέρδους" δεδομένου ότι σε περίπτωση χρέωσης από τα διυλιστήρια υψηλότερων τιμών η αγορά μπορεί να καταφύγει σε εναλλακτικές πηγές προμήθειας προϊόντων με βάση τις τιμές της αγοράς, αν αυτές ήταν χαμηλότερες.

· Οι τιμές διυλιστηρίου εμφανίζουν σχεδόν πάντα μικρότερη σε μέγεθος μεταβλητότητα σε σχέση με τις διεθνείς τιμές του αργού πετρελαίου. Αυτό συνεπάγεται μικρότερες ποσοστιαίες μεταβολές στις τιμές διυλιστηρίου έναντι μεταβολών στις τιμές αργού πετρελαίου.

· Το περιθώριο (premium) που προσθέτουν τα διυλιστήρια στην τιμή που διαμορφώνεται από το μέσο όρο 4-ημερών των τιμών C.I.F. Μεσογείου ανά προϊόν, περιλαμβάνει το κόστος μεταφοράς και αποθήκευσης, το κόστος τήρησης αποθεμάτων ασφαλείας, και κάθε άλλο κόστος που δεν περιλαμβάνεται στην τιμή Platt's. Η τιμολογιακή πολιτική των διυλιστηρίων ως προς το premium διαπιστώθηκε ότι είναι διαχρονικά σταθερή. Η επιβάρυνση που θέτει το premium (περιλαμβανομένων των φόρων που επιβάλλονται σε αυτό) στην τελική τιμή της αμόλυβδης βενζίνης υποχώρησε από 2% το 2004 σε 1,3% το 2008 λόγω της αύξησης που εμφάνισαν οι τελικές τιμές.

· Οι δασμοί και οι φόροι που επιβλήθηκαν στις τελικές τιμές λιανικής της αμόλυβδης βενζίνης και του πετρελαίου κίνησης την τετραετία 2005-2008 στη χώρα μας διαμορφώθηκαν σε επίπεδα χαμηλότερα σε σχέση με το μέσο όρο της ΕΕ-27, αποτελώντας το 63% και 72% περίπου του αντίστοιχου ύψους του μέσου όρου των 27 κρατών-μελών. Ως αποτέλεσμα οι Έλληνες καταναλωτές απολαμβάνουν από τις χαμηλότερες τελικές τιμές στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

· Το συνολικό μικτό περιθώριο εταιρειών εμπορίας και πρατηριούχων δεν παραμένει σταθερό. Εξαρτάται από την ένταση του ανταγωνισμού και το διαφορετικό τρόπο υπολογισμού του περιθωρίου κέρδους από τις εταιρείες (σε ευρώ/λίτρο) και τους πρατηριούχους. Για τον καθορισμό του μικτού περιθωρίου κέρδους οι εταιρείες εμπορίας λαμβάνουν υπόψη παράγοντες όπως: η γεωγραφική τοποθεσία του τελικού σημείου πώλησης και κατά συνέπεια το σχετικό κόστος μεταφοράς, τους όγκους κατανάλωσης ανά προϊόν, τις πιστώσεις προς τους πρατηριούχους, τα διάφορα χρηματοοικονομικά έξοδα, τις επενδύσεις σε εξοπλισμό στα πρατήρια, τις λοιπές παροχές και την εύλογη απόδοση για τα δεσμευμένα κεφάλαια των μετόχων. Το μικτό περιθώριο κέρδους των κατόχων άδειας Λιανικής εξαρτάται κυρίως από τις λειτουργικές δαπάνες (π.χ. ενοίκια, μισθοδοσία, επιχειρηματικό κέρδος κ.λπ.), τον όγκο των πωλήσεων, τα έσοδα από άλλες υπηρεσίες που παρέχουν και το επίπεδο τοπικού ανταγωνισμού.

· Έχει παρατηρηθεί ότι, λόγω μη ειδικών γνώσεων και έλλειψης ορθής πληροφόρησης, το κοινό εστιάζει την προσοχή του στη σύγκριση της διαφοράς μεταξύ των τιμών στη λιανική και των διεθνών τιμών αργού κατά την αυτή περίοδο. Η σύγκριση αυτή οδηγεί σε λανθασμένα συμπεράσματα διότι: (α) οι τιμές αναφοράς στη διαμόρφωση των τιμών στο εσωτερικό είναι οι διεθνείς τιμές των προϊόντων πετρελαίου και όχι αυτές του αργού πετρελαίου, (β) οι συγκρίσεις που βασίζονται σε ποσοστιαίες μεταβολές μεγεθών που διαμορφώνονται με διαφορετικό τρόπο, είναι λανθασμένες, όπως για παράδειγμα συμβαίνει με της σύγκριση της τιμής της βενζίνης στην αγορά λιανικής (ευρώ/λίτρο) η οποία εμπεριέχει κυρίως σταθερές (και λιγότερο ποσοστιαίες) φορολογικές επιβαρύνσεις με την τιμή του αργού πετρελαίου ($/βαρέλι) η οποία δεν εμπεριέχει καμία επιβάρυνση. Η εγγενής αυτή διαφορά δεν έχει γίνει επαρκώς κατανοητή από ορισμένα ΜΜΕ και το κοινό.

· Οι τιμές λιανικής στην Ελλάδα ακολουθούν την πορεία των διεθνών τιμών των προϊόντων πετρελαίου. Η Ελλάδα εμφανίζει κατά μέσο όρο τιμές λιανικής (προ φόρων) υψηλότερες σε σχέση με το μέσο ευρωπαϊκό όρο, γεγονός που επίσης παρατηρείται σε σύγκριση με την Ισπανία και την Πορτογαλία. Οι τιμές για όλους τους τύπους πετρελαϊκών προϊόντων σε κάθε χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης επηρεάζονται από την ποιότητα των προϊόντων, τις ιδιαιτερότητες της κάθε αγοράς, ενώ και η μεθοδολογία μέτρησης (τιμοληψίας) διαφέρει. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επισημαίνει μάλιστα ότι για αυτούς τους λόγους τα συμπεράσματα από τις όποιες συγκρίσεις είναι περιορισμένης ισχύος.

· Οι συγκρίσεις τιμών των προϊόντων πετρελαίου σε διαφορετικές αγορές θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη την αγορά (Μεσόγειος ή Βόρεια Ευρώπη) που χρησιμοποιείται ως σημείο αναφοράς. Γενικά, διαπιστώθηκε ότι για την αμόλυβδη βενζίνη αλλά κυρίως για το πετρέλαιο κίνησης οι διεθνείς τιμές Platt's Μεσογείου, είναι υψηλότερες των τιμών Platt's που διαμορφώνονται στη Βόρεια Ευρώπη. Περαιτέρω, καθοριστικός παράγοντας για το ύψος της τιμής του πετρελαίου κίνησης αναδεικνύεται η υποχρέωση πρόσμιξης αυτού με το βιοντίζελ σε ποσοστό 4,5%, η οποία επιβαρύνει την τιμή με 35€/m3, υποχρέωση που δεν είναι ενιαία στα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

· Η στατιστική εκτίμηση της σχέσης μεταξύ τελικών τιμών αμόλυβδης και πετρελαίου κίνησης και τιμών αργού πετρελαίου υποδηλώνει ότι μια μείωση της τιμής του αργού πετρελαίου κατά 10% θα οδηγήσει κατά μέσο όρο σε μείωση της τιμής της αμόλυβδης κατά 4,5% και 4,3% στο πετρέλαιο κίνησης (εφόσον βεβαίως οι υπόλοιποι παράγοντες που επηρεάζουν τις τιμές, όπως π.χ. οι φορολογικοί συντελεστές και η συναλλαγματική ισοτιμία, παραμείνουν σταθεροί τη συγκεκριμένη περίοδο, υπόθεση ceteris paribus). Αντίστοιχα μια αύξηση κατά 10% στην τιμή της συναλλαγματικής ισοτιμίας ευρώ έναντι δολαρίου (υποτίμηση ευρώ) θα οδηγήσει σε αύξηση της τιμής του ίδιου προϊόντος κατά 3% περίπου. Συνεπώς και από αυτό το στοιχείο επιβεβαιώνεται ότι είναι λανθασμένη η προσέγγιση που συχνά ακολουθείται σύμφωνα με την οποία οι ποσοστιαίες μεταβολές στις τιμές λιανικής και στο αργό πετρέλαιο αναμένεται να έχουν το ίδιο ύψος.

· Η εξέταση της συνολικής αλυσίδας αξίας του κλάδου των πετρελαιοειδών έδειξε ότι γενικά δεν υπάρχουν ασυμμετρίες στον προσδιορισμό των τιμών σε ανοδικές και καθοδικές φάσεις της αγοράς. Η προσωρινή ασυμμετρία που διαπιστώθηκε στην προσαρμογή της τελικής τιμής της αμόλυβδης βενζίνης ως προς μεταβολές στην τιμή διυλιστηρίου μπορεί να εξηγηθεί με την αποστροφή ως προς τον κίνδυνο των πρατηριούχων και, ενδεχομένως, των εταιρειών εμπορίας. Η πιο γρήγορη αντίδραση στην αύξηση και η σχετική αδράνεια στη μείωση προστατεύει από το σφάλμα παραγνώρισης μιας πρόσκαιρης μεταβολής για μόνιμη. Οι ανταγωνιστικές πιέσεις της αγοράς όμως καταφέρνουν να επαναφέρουν τα περιθώρια κέρδους σχετικά γρήγορα.

· Στην Ελλάδα ο χώρος της διύλισης πετρελαίου, μετά από τη συγχώνευση της Πετρόλα με τα ΕΛΠΕ, αποτελείται από δυο εταιρείες, την προαναφερθείσα και την Motor Oil. Στους βασικούς μετόχους των Ελληνικών Πετρελαίων περιλαμβάνονται το ελληνικό δημόσιο (συμμετοχή περίπου 36%) και ο όμιλος Λάτση (συμμετοχή περίπου 36%). Η Motor Oil Hellas είναι ιδιωτικών συμφερόντων και ανήκει (σε ποσοστό 66%) στον Όμιλο Βαρδινογιάννη. Αμφότερες οι εταιρείες είναι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών.

· Οι πρόσφατες παρεμβάσεις της Επιτροπής Ανταγωνισμού στο χώρο της διύλισης στην Ελλάδα εστιάζονται στην προαγωγή της διαφάνειας στην τιμολόγηση και περιλαμβάνουν την πώληση προϊόντων που έχουν προορισμό την εγχώρια αγορά σε γνωστή τιμή, την υποχρέωση ανάλυσης της προσαύξησης (premium) που χρεώνουν τα διυλιστήρια και προτάσεις για την ίδρυση ενός Κεντρικού φορέα τήρησης αποθεμάτων.

· Η αγορά εμπορίας πετρελαιοειδών αποτελείται από είκοσι μία (21) εταιρείες, δύο εκ των οποίων ανήκουν στις εταιρείες κατόχων άδειας Διύλισης, με κύριο χαρακτηριστικό την ποικιλία μεγέθους. Εξ αυτών καμία εταιρεία δεν καλύπτει ποσοστό ανώτερο του 20% του συνολικού αριθμού πρατηρίων, ενώ οι τρεις μεγαλύτερες καλύπτουν ποσοστό κάτω του 50%. Αξίζει να σημειωθεί ότι μέσα στο 2009 μία εταιρεία έκλεισε και μία άλλη ανέστειλε τις δραστηριότητές της. Τα προϊόντα με τη μεγαλύτερη κατανάλωση είναι, όπως και στις υπόλοιπες κοινοτικές χώρες, η αμόλυβδη βενζίνη και το πετρέλαιο ντίζελ.

· Κατά την πώληση από την εταιρεία εμπορίας στο πρατήριο λιανικής ενσωματώνονται οι φόροι στο πωλούμενο προϊόν οι οποίοι αποτελούν το σημαντικότερο στοιχείο κόστους της τιμής καταναλωτού, το κόστος οδικής ή/και θαλάσσιας μεταφοράς, καθώς και το μικτό περιθώριο της ίδιας της εταιρείας εμπορίας. Το μικτό περιθώριο διαφέρει από εταιρεία σε εταιρεία και από προϊόν σε προϊόν. Η νησιωτική ιδιαιτερότητα της Ελληνικής Αγοράς καυσίμων συνεπάγεται αυξημένα έξοδα μεταφοράς και αποθήκευσης και αυτά αντανακλώνται στις τιμές λιανικής με αποτέλεσμα οι ακριβότεροι νομοί να είναι οι νησιωτικοί. Σημειώνεται ότι για τα νησιά Λέσβος, Χίος, Σάμος, Δωδεκάνησα, Κυκλάδες, Θάσος, Σαμοθράκη, Βόρειες Σποράδες, Σκύρος ο συντελεστής Φ.Π.Α. μειώνεται κατά 30%.

· Ήδη εφαρμόζονται, κατόπιν υπόδειξης της Επιτροπής Ανταγωνισμού, από τις εταιρείες εμπορίας τα λεγόμενα "αντικειμενικά κριτήρια" επί των χορηγούμενων εκπτώσεων από τις εταιρείες εμπορίας με την αναγραφή του ποσού έκπτωσης στο τιμολόγιο προς τα πρατήρια, ενώ κοινοποιούνται στην Επιτροπή ο τρόπος τιμολόγησης και τυχόν αλλαγές σ' αυτόν. Δεν είναι όμως σαφές κατά πόσον τέτοια μέτρα που περιορίζουν τη δυνατότητα ελεύθερης λήψης απόφασης των εταιρειών οδηγούν τελικά σε βελτίωση των συνθηκών ανταγωνισμού.

· Η εποπτεία του Υπουργείου Ανάπτυξης, της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας και της Επιτροπής Ανταγωνισμού επί του συγκεκριμένου χώρου αναμένεται ότι θα αναβαθμισθεί με τη λειτουργία ενός Ολοκληρωμένου Πληροφοριακού Συστήματος διύλισης και εμπορίας πετρελαιοειδών (ΟΠΣΔΕΠ) το οποίο θα καταστήσει το χώρο παραγωγής και εμπορίας προϊόντων πετρελαίου το στενότερα επιβλεπόμενο τομέα της Ελληνικής οικονομίας.

· Άλλος χώρος εισηγήσεων της Επιτροπής Ανταγωνισμού για αλλαγές είναι αυτός της οδικής μεταφοράς των προϊόντων πετρελαίου όπου έχει προταθεί η προώθηση από την Πολιτεία της σταδιακής και πλήρους απελευθέρωσης έκδοσης αδειών κυκλοφορίας ΙΧ βυτιοφόρων μεταφοράς υγρών καυσίμων καθώς και η κατάργηση των αγορανομικών κομίστρων και του προσδιορισμού κατωτάτων ορίων κομίστρων των βυτιοφόρων αυτοκινήτων Δημοσίας Χρήσης από το κράτος. Για το θέμα αυτό έχει ήδη επιληφθεί η αρμόδια διεύθυνση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

· Ο χώρος των πετρελαιοειδών στην Ελλάδα υφίσταται και αυτός τις γενικότερες συνέπειες της οικονομικής καχεξίας λόγω οικονομικής κρίσης (μείωση μικτών περιθωρίων, ρευστότητας κ.λπ.) με αποτέλεσμα το κλείσιμο ορισμένου αριθμού πρατηρίων, την παύση λειτουργίας μιας εταιρείας εμπορίας πετρελαιοειδών και τη δήλωση αναστολής εργασιών μιας άλλης και τη μείωση της κερδοφορίας των διυλιστηρίων.

· Η Επιτροπή Ανταγωνισμού έχει προτείνει μέτρα ενίσχυσης του ανταγωνισμού και στην αγορά λιανικής με την εθελοντική χρήση πλήρως απελευθερωμένου ωραρίου λειτουργίας, με την απελευθέρωση του ωραρίου το καλοκαίρι στα νησιά, με την αλλαγή των προδιαγραφών ασφαλείας ώστε να υπάρξει δυνατότητα διάθεσης βενζίνης από τα σουπερμάρκετ και με την αναθεώρηση των όρων μίσθωσης στα συμβόλαια του Ταμείου Εθνικής Οδοποιϊας με τα πρατήρια βενζίνης στους κλειστούς αυτοκινητόδρομους.

· Οι εταιρείες εμπορίας λειτουργούν υπό καθεστώς έντονου ανταγωνισμού μεταξύ τους, έχοντας να αντιμετωπίσουν τις ιδιαιτερότητες της Ελληνικής αγοράς λιανικής με τον υπερβολικά μεγάλο αριθμό πρατηρίων και τις μικρές κατά μέσον όρο καταναλώσεις ανά πρατήριο. Το κυρίαρχο φαινόμενο των τελευταίων δεκαετιών στην Ελληνική αγορά καυσίμων ήταν η ταχύτατη επέκταση μικρών ελληνικών εταιρειών εμπορίας.


· Η Ελληνική αγορά πετρελαιοειδών υφίσταται δομικά προβλήματα σε όλο το μήκος της αλυσίδας εφοδιασμού. Από τη διαδικασία εκτελωνισμού των προϊόντων πετρελαίου μέχρι και την πώληση στον καταναλωτή το θεσμικό πλαίσιο και η λειτουργία των θεσμικών παραγόντων έχουν σημαντικά περιθώρια βελτίωσης. Μερικά από αυτά τα προβλήματα δεν έχουν άμεση σχέση με τον προσδιορισμό των τιμών βραχυπρόθεσμα, αλλά, στρεβλώνοντας την αγορά και περιορίζοντας τον ανταγωνισμό, απομακρύνουν τις τιμές από το ανταγωνιστικό επίπεδο.

· Οι τελωνειακές διαδικασίες εμπεριέχουν έντονη γραφειοκρατία και ελάχιστο βαθμό αυτοματοποίησης. Για παράδειγμα, η υποχρέωση φυσικής παρουσίας τελωνειακού υπαλλήλου κατά τον εκτελωνισμό των πετρελαιοειδών από τις εγκαταστάσεις αποθήκευσης πετρελαιοειδών περιορίζει τη δυνατότητα εφοδιασμού σε ώρες εκτός του ωραρίου του δημοσίου. Ο εκσυγχρονισμός των τελωνειακών διαδικασιών και η εισαγωγή ηλεκτρονικής παρακολούθησης των ροών και δειγματοληπτικών τελωνειακών ελέγχων αναμένεται να επιφέρει μεγαλύτερη ευελιξία στον εφοδιασμό με πολλαπλά οφέλη για την κοινωνία.

· Η λαθρεμπορία στα πετρελαιοειδή, εκτός από τον άμεσο αντίκτυπο στις φορολογικές εισπράξεις, στρεβλώνει την αγορά επιβραβεύοντας τις παράνομες πρακτικές εις βάρος των νομοταγών επιχειρήσεων. Παρόμοια είναι και η επίδραση της πειρατείας, όπου ένα πρατήριο διακινεί ποσότητες πετρελαιοειδών που προέρχονται από μια τρίτη εταιρεία. Οι εισπράξεις από τέτοιες πρακτικές έχουν, κατά κανόνα, μειωμένη πιθανότητα να τοποθετηθούν σε επενδύσεις. Ταυτόχρονα, περιορίζονται τα κίνητρα στις εταιρείες πετρελαιοειδών να επενδύουν σε βελτιώσεις στα πρατήρια με τα οποία συνεργάζονται. Με αυτό τον τρόπο αποθαρρύνονται οι επενδύσεις, επιβραδύνεται ο ρυθμός ανανέωσης της τεχνολογικής βάσης στην αλυσίδα εφοδιασμού και δεν επιτυγχάνεται το ελάχιστο δυνατό κόστος παροχής προϊόντων πετρελαίου.

· Η έλλειψη χωροταξικού σχεδιασμού, αλλά και οι αντιδράσεις των τοπικών κοινωνιών για την εγκατάσταση νέων αποθηκευτικών χώρων για τα προϊόντα πετρελαίου, παρεμποδίζουν την περαιτέρω βελτίωση και εκλογίκευση του συστήματος διάθεσης των πετρελαιοειδών για τον αποτελεσματικό, χαμηλού κόστους και ασφαλή εφοδιασμό όλων των περιοχών της χώρας.

· Ο περιορισμός έκδοσης νέων άδειων κυκλοφορίας ΙΧΒ, η υποχρέωση που έχουν οι εταιρείες εμπορίας πετρελαιοειδών να κατέχουν ένα μέγιστο αριθμό βυτιοφόρων χωριστά ανά είδος καυσίμων δυσχεραίνουν περαιτέρω την προοπτική ελαχιστοποίησης του κόστους εφοδιασμού.

· Στην αγορά Γ (πρατήρια & καταναλωτές), σημαντικό ανασταλτικό παράγοντα για την ενίσχυση του ανταγωνισμού αποτελεί ο περιορισμός στο ωράριο λειτουργίας των πρατηρίων. Πρέπει να σημειωθεί ότι η Ελλάδα είναι η μοναδική χώρα στην Ε.Ε. όπου υφίσταται τέτοιος περιορισμός. Παράλληλα, η έλλειψη ταμειακών μηχανών στα πρατήρια και η φορολόγηση των πρατηριούχων με βάση ένα τεκμαρτό εισόδημα (και όχι βάσει των πραγματικών κερδών) παρεμποδίζει την αντιμετώπιση των αθέμιτων πρακτικών κατά μήκος της αλυσίδας εφοδιασμού.

Κέρδος online 2/6/2009 13:33

Δεν υπάρχουν σχόλια: