Κυριακή 18 Μαΐου 2008

Η δήλωση για επαγγελματική εγκατάσταση

ΟΛΗ Η ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΚΑΙ ΟΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΤΟΥ ΚΩΔΙΚΑ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΝ ΒΙΒΛΙΩΝ ΚΑΙ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ

O όρος «επαγγελματική εγκατάσταση» χρησιμοποιείται για να δείξει την εγκατάσταση όπου η επιχείρηση ασκεί μέρος ή ολόκληρη τη δραστηριότητά της. Στην έννοια αυτή περιλαμβάνεται η έδρα όπου ασκείται η διοίκηση της επιχείρησης, τα υποκαταστήματα, τα γραφεία, τα εργαστήρια, τα εργοστάσια, τα ορυχεία, λατομεία κ.λπ.
Το υπ. Οικ. με την ΠΟΛ 1102/14.07.2005 (Αρ. Πρ:1070576 /2627/ΔΜ) όρισε κατά τη διαδικασία υποβολής της δήλωσης έναρξης ή μεταβολής εργασιών να συνυποβάλλεται και στοιχείο προσδιορισμού της έδρας και των λοιπών εγκαταστάσεων της επιχείρησης, που μπορεί να είναι τίτλος ιδιοκτησίας ή συμφωνητικό μίσθωσης ή υπομίσθωσης νομίμως θεωρημένο από τη ΔΟΥ ή υπεύθυνη δήλωση του Άρθρου 8 του ν. 1599/86 περί δωρεάν παραχώρησης χώρου. Για τις εγκαταστάσεις εξωτερικού απαιτείται η υποβολή του δικαιολογητικού προσδιορισμού της έδρας, όπως προβλέπεται στη χώρα εγκατάστασης, επίσημα μεταφρασμένο. Στη συνέχεια ο προϊστάμενος της ΔΟΥ υποχρεούται με την υποβολή της εν λόγω δήλωσης, να εκδίδει εντολή ελέγχου για τη διαπίστωση της ύπαρξης ή μη της δηλούμενης από την επιχείρηση επαγγελματικής εγκατάστασης. Ο έλεγχος ολοκληρώνεται μέσα σε τρεις (3) εργάσιμες ημέρες από την ημερομηνία υποβολής της δήλωσης έναρξης ή μεταβολής εργασιών όπου και συμπληρώνεται υποχρεωτικά το έντυπο "Ειδική Έκθεση Αυτοψίας", εκτός εάν αντικειμενικά δυσχερείς συνθήκες δεν το επιτρέπουν. Βεβαίωση έναρξης ή μεταβολής εργασιών δύναται να χορηγείται κατ΄ εξαίρεση χωρίς τη διενέργεια αυτοψίας, με αιτιολογημένη απόφαση του προϊσταμένου της ΔΟΥ Η ειδική έκθεση αυτοψίας ή η απόφαση του προϊσταμένου της ΔΟΥ για τη μη διενέργεια αυτής επισυνάπτεται στη δήλωση έναρξης ή μεταβολής εργασιών και αποτελεί απαραίτητο δικαιολογητικό στοιχείο για τη χορήγηση της αντίστοιχης βεβαίωσης.

Περί συστέγασης επιχειρήσεων

Από τις διατάξεις του άρθρου 19 του Κώδικά Φορολογικών Βιβλίων και Στοιχείων ΠΔ186-1992 (Κ.Β.Σ.) προκύπτει ότι δεν επιτρέπεται ο συστεγασμός επιχειρήσεων που εμπορεύονται ή παράγουν όμοια αγαθά προκειμένου να είναι δυνατές οι αναγκαίες ελεγκτικές επαληθεύσεις. Αντίθετα, δεν απαγορεύεται η συστέγαση επιχειρήσεων παροχής υπηρεσιών, ελευθερίου επαγγέλματος, ή ακόμα και πώλησης ομοειδών (όχι όμοιων) ειδών, όπως λ.χ. διαφορετικού εμπορικού σήματος.
Τέλος από τις διατάξεις του ΚΒΣ δεν προκύπτει ότι απαγορεύεται η χρησιμοποίηση της κατοικίας ως έδρας για την άσκηση της επαγγελματικής δραστηριότητας. Επειδή όμως εδώ μπαίνει θέμα προστασίας του ασύλου της κατοικίας ζητείται, σύμφωνα με το έγγραφο 1043052/297/08.04.1998, να συνυποβληθεί και υπεύθυνη δήλωση του ν. 1599/86 στην οποία θα αναφέρεται ότι τα βιβλία και στοιχεία της επιχείρησης θα τίθενται στη διάθεση του φορολογικού ελέγχου κατά τις εργάσιμες ημέρες και ώρες.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι στην περίπτωση της δωρεάν παραχώρησης επαγγελματικής εγκατάστασης από γονέα προς τέκνο ή το αντίθετο, σύμφωνα με το άρθρο 6 γ. του Ν.2238/1994, θα πρέπει να δηλωθεί τεκμαρτό έσοδο από ενοίκια. Το ακαθάριστο αυτό τεκμαρτό εισόδημα δεν μπορεί να είναι κατώτερο από το 3,5% ούτε ανώτερο του 5% της αξίας του ακινήτου, όπως αυτή προσδιορίζεται με το αντικειμενικό σύστημα (άρθρο 41 ν. 1249/1982). Στην περίπτωση όμως η εν λόγω εγκατάσταση βρίσκεται σε περιοχή που δεν ισχύει το αντικειμενικό σύστημα, τότε σύμφωνα με το άρθρο 22 3 του ν. 2238/94, το ετήσιο τεκμαρτό μίσθωμα δεν μπορεί να είναι μικρότερο από το 4% της πραγματικής αξίας του ακινήτου.

Τι ισχύει για τα μισθώματα

Από πλευράς φορολογίας εισοδήματος, εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων οι δαπάνες των επαγγελματικών εγκαταστάσεων για επισκευή και συντήρηση, τόκους δανείων απόκτησης επαγγελματικής εγκατάστασης, αποσβέσεις και μισθώματα.
Ειδικότερα για τα μισθώματα των επαγγελματικών εγκαταστάσεων, αυτά εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων εφόσον, σύμφωνα με το άρθρο 77 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, υπάρχει ιδιωτικό έγγραφο μισθώσεως, το οποίο εάν είναι ποσού ανώτερου των εκατό ευρώ (100,00 ευρώ) κατά μήνα θα πρέπει να είναι θεωρημένο από τον αρμόδιο οικονομικό έφορο. Το έγγραφο αυτό υποβάλλεται στον προϊστάμενο οποιασδήποτε δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών από τη σύνταξή του, σε δύο αντίγραφα, από τα οποία το ένα επιστρέφεται θεωρημένο σε αυτόν που τα προσκόμισε και το άλλο παραμένει στη δημόσια οικονομική υπηρεσία ή σε περίπτωση αναρμοδιότητας, διαβιβάζεται στη δημόσια οικονομική υπηρεσία είναι αρμόδια για τη φορολογία του εκμισθωτή. Όμως, σύμφωνα με την ΠΟΛ 1005/14.01.05, και σε περίπτωση αύξησης του αρχικά συμφωνηθέντος μισθώματος, το νέο αυτό αυξημένο ενοίκιο εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα της μισθώτριας επιχείρησης ακόμα και όταν η μεταγενέστερη τροποποίηση του αρχικού συμφωνητικού μίσθωσης, με την οποία επιβλήθηκε το αυξημένο μίσθωμα, δεν θεωρήθηκε από τον αρμόδιο προϊστάμενο της ΔΟΥ του εκμισθωτή. (ΚΦΕ, άρθρο 31, παρ1, περ.α΄). Επίσης στην ίδια, ως άνω, ΠΟΛ αναφέρεται ότι, ποσά, που καταβάλλονται, λόγω αναπροσαρμογής του μισθώματος, από τη μισθώτρια επιχείρηση στον εκμισθωτή μετά από δικαστική απόφαση εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα της χρήσης μέσα στην οποία καταβλήθηκαν και όχι από τα ακαθάριστα έσοδα της χρήσης (χρήσεων) που αφορά η αναδρομική αύξηση. (1031178/10422/ Β0012/30-4-2003). Τα ενοίκια που καταβάλλει η επιχείρηση σε εταιρείες χρηματοδοτικής μίσθωσης του ν. 1665/1986 (leasing), εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα, με εξαίρεση αυτά που αφορούν ακίνητα κατά το μέρος που αναλογούν στην αξία του οικοπέδου (ΚΦΕ, άρθρο 31, παρ.1,
περ ιστ΄).
Στα καταβαλλόμενα μισθώματα περιλαμβάνεται τόσο το μέρος που αναφέρεται στο κτίριο και αποτελεί την δαπάνη που αναγνωρίζεται φορολογικά, όσο και αυτό που αναφέρεται στο οικόπεδο επί του οποίου έχει ανεγερθεί το κτίριο, μέρος του οποίου δεν αναγνωρίζεται φορολογικά, άσχετα τελικά αν έχει συνομολογηθεί με τη σύμβαση χρηματοδοτικής μίσθωσης ακινήτου ότι η αξία του οικοπέδου θα καταβληθεί εξ ολοκλήρου κατά τη λήξη της σύμβασης. Η μη αναγνώριση του μισθώματος που αντιστοιχεί στο οικόπεδο καθιερώθηκε με τον ν. 2753/1999 και ισχύει για κέρδη που προκύπτουν από ισολογισμούς που κλείνουν με 31/12/1999 και μετά. Αν στην υπογραφείσα σύμβαση χρηματοδοτικής μίσθωσης προβλέπεται κάποιο μίσθωμα να είναι πολλαπλάσιο των άλλων, τότε, σύμφωνα με την 1089437 /1835/Α0012/18-11-2002, το ποσό αυτό θα βαρύνει τα αποτελέσματα της χρήσης μέσα στην οποία θα καταβληθεί. Επίσης σε περίπτωση προεξόφλησης μισθωμάτων leasing εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα μόνο τα μισθώματα που αντιστοιχούν στην τρέχουσα χρήση με βάση την σύμβαση. Τα μισθώματα επόμενων χρήσεων που προεξοφλήθηκαν, θα εκπέσουν αντίστοιχα από τα ακαθάριστα έσοδα των χρήσεων που αφορούν. (1109501/2342/Α0012/15-1-2004

Η υπεραξία

Σημειώνεται ότι, σύμφωνα με την περιπτ. ζ΄ της 3 του άρθρου 28 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, η υπεραξία που προκύπτει από την πώληση ακινήτου επιχείρησης σε εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης, για το οποίο στη συνέχεια θα συναφθεί σύμβαση χρηματοδοτικής μίσθωσης μεταξύ εταιρίας χρηματοδοτικής μίσθωσης και της πωλήτριας επιχείρησης, απαλλάσσεται από τον φόρο εισοδήματος, με την προϋπόθεση ότι θα εμφανισθεί σε ιδιαίτερο λογαριασμό αφορολόγητου αποθεματικού, το οποίο φορολογείται, σε περίπτωση διανομής ή διάλυσης της επιχείρησης, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις. Για τον προσδιορισμό της υπεραξίας, ως τιμή πώλησης λαμβάνεται αυτή που ορίζεται στη σύμβαση. Οι διατάξεις της περίπτωσης αυτής δεν εφαρμόζονται για συμβάσεις αγοράς ακινήτων στις οποίες αντισυμβαλλόμενος είναι εξωχώρια εταιρεία.

Δεν υπάρχουν σχόλια: