Δευτέρα 12 Μαΐου 2008

Σχέδιο Νόμου «Αιγιαλός και παραλία»

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ
Ορισμοί και γενικές διατάξεις

Άρθρο 1
Ορισμοί
1. «Αιγιαλός» είναι η ζώνη της ξηράς, η οποία βρέχεται από τη θάλασσα από τις μεγαλύτερες πλην συνήθεις αναβάσεις των κυμάτων της, συμπεριλαμβανομένων των απόκρημνων πρανών, τα οποία δεν καλύπτονται από αυτοφυή βλάστηση και καταλήγουν στη θάλασσα, μέχρι τη στέψη τους.
2. «Παραλία»είναι η ζώνη της ξηράς, η οποία προστίθεται, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου, στον αιγιαλό προς εξυπηρέτηση της επικοινωνίας της ξηράς με τη θάλασσα και αντίστροφα.
3. «Παλαιός αιγιαλός» είναι η έκταση ξηράς, η οποία προκύπτει από τη μετατόπιση, εξαιτίας φυσικών ή άλλων αιτίων, του αιγιαλού προς τη θάλασσα και προσδιορίζεται από τη νέα γραμμή του αιγιαλού και το όριο του παλαιότερα υφιστάμενου αιγιαλού.
4. «Όχθη» των μεγάλων λιμνών και των πλεύσιμων ποταμών είναι η ζώνη ξηράς, η οποία περιστοιχίζει αυτούς και βρέχεται από τις μεγαλύτερες πλην συνήθεις αναβάσεις των υδάτων τους.
5. «Παρόχθια ζώνη» των μεγάλων λιμνών και των πλεύσιμων ποταμών είναι η ζώνη της ξηράς, η οποία προστίθεται, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου, στην όχθη προς εξυπηρέτηση της επικοινωνίας της ξηράς με τη λίμνη ή τον ποταμό και αντίστροφα.
6. «Παλαιά όχθη» των μεγάλων λιμνών και των πλεύσιμων ποταμών είναι η έκταση της ξηράς, η οποία προκύπτει από τη μετατόπιση της οριογραμμής της όχθης των μεγάλων λιμνών και πλεύσιμων ποταμών.
7. «Λιμένας» είναι η ζώνη ξηράς και θάλασσας, η οποία, μαζί με έργα και εξοπλισμό, επιτρέπει την υποδοχή, ασφαλή πρόσδεση και εξυπηρέτηση κάθε είδους πλοίου και πλωτού μέσου, παρέχοντας τις κατάλληλες για κάθε περίπτωση υπηρεσίες και τελεί υπό φορέα διοικήσεως ή και εκμεταλλεύσεως.
8. «Φορέας διοικήσεως ή εκμεταλλεύσεως λιμένα» είναι κάθε δημόσιος φορέας ή φορέας της Αυτοδιοικήσεως ή ιδιωτικός ή μικτός, ο οποίος έχει, κατά νόμο, την ευθύνη της διοικήσεως ή της εκμεταλλεύσεως λιμένα.
9. «Λιμενικά έργα» είναι εκείνα, τα οποία εκτελούνται ολικά ή μερικά στον αιγιαλό, την όχθη, την παραλία ή την παρόχθια ζώνη, μέσα στη θάλασσα, στον πυθμένα της θάλασσας και στο υπέδαφος του βυθού, καθώς και εκείνα που επιφέρουν διαμόρφωση ή αλλοίωση των χώρων αυτών ή προβλέπονται από τις διατάξεις περί Λιμενικών Ταμείων.

Άρθρο 2
Κυριότητα αιγιαλού, παραλίας, όχθης και παρόχθιας ζώνης και χρησιμότητα αυτών
1. Ο αιγιαλός, η παραλία, η όχθη και η παρόχθια ζώνη είναι πράγματα κοινόχρηστα και ανήκουν κατά κυριότητα στο Δημόσιο, το οποίο τα προστατεύει και τα διαχειρίζεται σύμφωνα με τις αρχές της αειφορίας και του χωροταξικού σχεδιασμού.
2. Ο κύριος προορισμός των κοινοχρήστων πραγμάτων της παραγράφου 1 είναι η ελεύθερη και ακώλυτη αμφίδρομη επικοινωνία της ξηράς με τη θάλασσα ή τον ποταμό ή τη λίμνη, ανάλογα με την περίπτωση. Κατ' εξαίρεση μπορούν να χρησιμεύουν, αφενός μεν για την εξυπηρέτηση υπέρτερου δημοσίου συμφέροντος ή την εκπλήρωση υποχρεώσεων της χώρας, οι οποίες απορρέουν από διεθνείς συμβάσεις, οι οποίες έχουν κυρωθεί με νόμο, αφετέρου δε για κοινωφελείς, περιβαλλοντικούς, πολιτιστικούς σκοπούς και για την εξυπηρέτηση δραστηριοτήτων, τις οποίες προβλέπει ο νόμος. Προϋπόθεση για την κατ' εξαίρεση χρήση στη δεύτερη περίπτωση του προηγούμενου εδαφίου είναι να μην παραβιάζεται ο προορισμός τους ως κοινοχρήστων καθώς επίσης οι αρχές της αναλογικότητας και της παραγράφου 1.
3. Στον αιγιαλό, την παραλία, την όχθη και την παρόχθια ζώνη δεν επιτρέπεται η κατασκευή κτισμάτων και η εκτέλεση γενικά έργων, παρά μόνο για την επιδίωξη των σκοπών, τους οποίους προβλέπει ο νόμος και με τους όρους και τις προϋποθέσεις που ορίζουν οι διατάξεις του.
4. Τα τμήματα του παλαιού αιγιαλού και της παλαιάς όχθης, τα οποία προκύπτει, ότι ανήκουν σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου στην ιδιωτική περιουσία του Δημοσίου, καταγράφονται ως δημόσια κτήματα και υπόκεινται σε διαχείριση σύμφωνα με τις ισχύουσες περί δημοσίων κτημάτων διατάξεις.
5. Η προστασία του οικοσυστήματος των ζωνών και των εκτάσεων του άρθρου 1 είναι ευθύνη του Κράτους, το οποίο μεριμνά για την οργάνωση και λειτουργία ολοκληρωμένου συστήματος καταγραφής, διαχειρίσεως, εποπτείας και ελέγχου τους, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου.
6. Αναστέλλεται ο κοινόχρηστος χαρακτήρας του αιγιαλού και της παραλίας, όταν στις ζώνες αυτές υπάρχουν εγκαταστάσεις, οι οποίες εξυπηρετούν σκοπούς εθνικής άμυνας και ασφάλειας.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ
Διαδικασία και συνέπειες καθορισμών
Άρθρο 3
Καθορισμοί
1. Ο καθορισμός του αιγιαλού, του παλαιού αιγιαλού, της όχθης και της παλαιάς όχθης γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 6, της δε παραλίας και της παρόχθιας ζώνης σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 8.
2. Στο Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών δημιουργείται ηλεκτρονική βάση γεωγραφικών δεδομένων και καταρτίζονται τα μητρώα αιγιαλού, παραλίας, παλαιού αιγιαλού, όχθης, παρόχθιας ζώνης και παλαιάς όχθης, στα οποία καταχωρούνται όλες οι διοικητικές πράξεις, οι οποίες αφορούν στον καθορισμό, διαχείριση, εκμετάλλευση και προστασία των ζωνών αυτών. Για τις λειτουργικές ανάγκες του προηγουμένου εδαφίου συνιστώνται στη Διεύθυνση Τεχνικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών δεκαπέντε νέες οργανικές θέσεις προσωπικού. Με προεδρικό διάταγμα, το οποίο εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, ρυθμίζονται θέματα εσωτερικής οργανώσεως και λειτουργίας της παραπάνω υπηρεσίας, η διάρθρωση, ο εξοπλισμός, οι αρμοδιότητες και η στελέχωσή της καθώς επίσης τα προσόντα προσλήψεως και η σχέση εργασίας του προσωπικού των συνιστώμενων θέσεων, η κατανομή αυτού αλλά και η ανακατανομή του υφιστάμενου προσωπικού κατά κατηγορία, κλάδο και ειδικότητα, η πλήρωση κενών θέσεων με απόσπαση υπαλλήλων από άλλες θέσεις του Δημοσίου ή Ν.Π.Δ.Δ. και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της διατάξεως αυτής

΄Αρθρο 4
Οριοθέτηση αιγιαλού και παλαιού αιγιαλού με φωτοερμηνεία
1. Για την οριοθέτηση του αιγιαλού και του παλαιού αιγιαλού χρησιμοποιούνται έγχρωμοι ψηφιακοί ορθοφωτοχάρτες κλίμακας τουλάχιστον 1 προς 1.000, οι οποίοι είναι εξαρτημένοι από το ενιαίο κρατικό σύστημα αναφοράς συντεταγμένων, απεικονίζουν παράκτια ζώνη πλάτους τουλάχιστον τριακοσίων μέτρων από την ακτή και παρέχουν υψομετρική πληροφορία.
2. Η χάραξη της οριογραμμής αιγιαλού και παλαιού αιγιαλού στους ορθοφωτοχάρτες της παραγράφου 1 ανατίθεται σε Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.) ή εταιρείες, οι οποίες λειτουργούν χάριν του δημοσίου συμφέροντος και εποπτεύονται από το Ελληνικό Δημόσιο, στο οποίο ανήκει το σύνολο του μετοχικού τους κεφαλαίου. Η ανάθεση γίνεται για το σύνολο ή τμήματα της επικράτειας με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών και του Υπουργού, ο οποίος εποπτεύει το νομικό πρόσωπο, στο οποίο ανατίθεται η αρμοδιότητα αυτή και το οποίο στην συνέχεια θα αποκαλείται «ο Φορέας». Η απόφαση αυτή προσδιορίζει το ανατιθέμενο έργο και ό,τι αφορά στην εκτέλεσή του και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
3. Ο Φορέας δημοσιεύει με δαπάνες του σχετική ανακοίνωση για την πληροφόρηση των ενδιαφερομένων σε δύο, τουλάχιστον, ημερήσιες εφημερίδες, οι οποίες εκδίδονται στο νομό, στον οποίο αφορά η κοινή υπουργική απόφαση της προηγουμένης παραγράφου και σε δύο, τουλάχιστον, ημερήσιες πολιτικές εφημερίδες πανελλήνιας κυκλοφορίας, οι οποίες εκδίδονται στην Αθήνα. Η ίδια ανακοίνωση κοινοποιείται σε όλα τα υπουργεία, στους οικείους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.) α΄ και β΄ βαθμού, στο Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος και στους οικείους συμβολαιογραφικούς και δικηγορικούς συλλόγους. Τυχόν πλημμέλειες της δημοσιεύσεως δεν επηρεάζουν το κύρος της διαδικασίας οριοθετήσεως.
4. Το Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών διαβιβάζει αυτεπάγγελτα, ατελώς και χωρίς καθυστέρηση στο Φορέα κάθε διοικητική πράξη καθορισμού αιγιαλού, παλαιού αιγιαλού και παραλίας μαζί με τα διαγράμματα που τις συνοδεύουν.
5. Ο Φορέας προβαίνει σε αναγωγή των γεωμετρικών στοιχείων των οριογραμμών αιγιαλού, παραλίας και παλαιού αιγιαλού, που έχουν ήδη καθορισθεί, στο αυτό σύστημα αναφοράς των ορθοφωτοχαρτών της παραγράφου 1 και αποτυπώνει τα στοιχεία αυτά στους ορθοφωτοχάρτες. Οι χαρασσόμενες οριογραμμές του αιγιαλού και παλαιού αιγιαλού ταυτίζονται με τις καθορισμένες νόμιμα οριογραμμές αιγιαλού και παλαιού αιγιαλού, εκτός εάν διαπιστώνεται αιτιολογημένα, ότι έχει σχηματισθεί στο μεταξύ παλαιός αιγιαλός ή ότι οι οριογραμμές αιγιαλού και παλαιού αιγιαλού, οι οποίες χαράχθηκαν στο παρελθόν, δεν μπορούν να εφαρμοσθούν ή είναι εσφαλμένες λόγω ουσιώδους πλάνης περί τα πράγματα. Στις περιπτώσεις αυτές ως προς μεν τον παλαιό αιγιαλό εφαρμόζεται η παράγραφος 7, ως προς δε τον αιγιαλό ο Φορέας χαράσσει την οριογραμμή του, αφού λάβει υπόψη τα στοιχεία της επόμενης παραγράφου.
6. Όπου δεν έχουν εκδοθεί αποφάσεις καθορισμού αιγιαλού, ο Φορέας χαράσσει στους ορθοφωτοχάρτες της παραγράφου 1 την οριογραμμή του αιγιαλού, αφού λάβει υπόψη του φυσικές ενδείξεις και λοιπούς παράγοντες, όπως:
α) τη γεωμορφολογία και κυρίως τις κλίσεις και το είδος του εδάφους, καθώς και το όριο της αυτοφυούς βλαστήσεως,
β) τη μορφολογία του πυθμένα,
γ) τα μετεωρολογικά δεδομένα και τα κυματικά στοιχεία της περιοχής,
δ) την ύπαρξη τεχνικών έργων,
ε) την ύπαρξη νόμιμα διαμορφωμένης ή καθορισμένης γραμμής δομήσεως.
7. Ο Φορέας ενημερώνει τους ορθοφωτοχάρτες της παραγράφου 1 με τα γεωμετρικά στοιχεία των εκτάσεων παλαιού αιγιαλού που έχουν επισημανθεί κατά τη διαδικασία του άρθρου 6 με την ένδειξη «Φερόμενος Ιδιοκτήτης: Ελληνικό Δημόσιο».
8. Ο Φορέας γνωστοποιεί την ολοκλήρωση της διαδικασίας στις κατά τόπο αρμόδιες Κτηματικές Υπηρεσίες δύο μήνες προ της υποβολής των ορθοφωτοχαρτών και αναφέρει τα στοιχεία των ήδη καθορισμένων αιγιαλών, με βάση τα οποία ενημέρωσε τους ορθοφωτοχάρτες. Μετά την παρέλευση της προθεσμίας του προηγουμένου εδαφίου υποβάλλει τους ορθοφωτοχάρτες με σχετική έκθεση στην αρμόδια κατά τόπο Κτηματική Υπηρεσία, η οποία ελέγχει, αν οι οριογραμμές αιγιαλού και παλαιού αιγιαλού, οι οποίες απεικονίζονται στους ορθοφωτοχάρτες, έχουν χαραχθεί σύμφωνα με το νόμο, άλλως τις διορθώνει, αφού συντάξει σε κάθε περίπτωση σχετική έκθεση.
9. Οι Κτηματικές Υπηρεσίες μετά τον παραπάνω έλεγχο υποβάλλουν στο Γενικό Γραμματέα της οικείας Περιφέρειας την έκθεση και τους ορθοφωτοχάρτες, και σε ψηφιακή μορφή, εντός προθεσμίας έξι μηνών από την παραλαβή τους από το Φορέα. Η προθεσμία αυτή μπορεί σε εξαιρετικές περιπτώσεις να παραταθεί για τρείς μήνες με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών.

Άρθρο 5
Οριοθέτηση αιγιαλού και παλαιού αιγιαλού με αυτοψία
1. Είναι δυνατόν η οριοθέτηση αιγιαλού και παλαιού αιγιαλού να γίνεται από Επιτροπή κατόπιν αιτήσεως κάθε ενδιαφερόμενου στις εξής περιπτώσεις: α) όπου δεν έχει γίνει ανάθεση της παραγωγής ορθοφωτοχαρτών σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 4, β) όταν ο Φορέας δεν έχει προβεί ακόμη στη γνωστοποίηση της παραγράφου 8 του άρθρου 4, ή και μετά από αυτή, εφόσον συντρέχουν κατά την κρίση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών επείγοντες και εξαιρετικοί λόγοι γενικότερου συμφέροντος και γ) όταν προκύψει ανάγκη επανακαθορισμού κατά τις διατάξεις του άρθρου 10. Η Επιτροπή συγκροτείται σε επίπεδο νομού με απόφαση του Γενικού Γραμματέα της οικείας Περιφέρειας και αποτελείται από: α) τον προϊστάμενο της Κτηματικής Υπηρεσίας ως πρόεδρο, ή το νόμιμο κατά τις ισχύουσες διατάξεις αναπληρωτή του, β) έναν διπλωματούχο μηχανικό της Κτηματικής Υπηρεσίας με ειδικότητα τοπογράφου ή πολιτικού μηχανικού, ενώ, αν δεν υπάρχει, έναν τεχνολόγο τοπογράφο μηχανικό και γ) τον αρμόδιο Λιμενάρχη ή το νόμιμο κατά τις ισχύουσες διατάξεις αναπληρωτή του. Αν η Κτηματική Υπηρεσία δε διαθέτει μηχανικό των παραπάνω ειδικοτήτων, συμμετέχει στην Επιτροπή μηχανικός της Τεχνικής Υπηρεσίας Δήμων και Κοινοτήτων (Τ.Υ.Δ.Κ.) ή άλλης υπηρεσίας του Δημοσίου. Γραμματέας της Επιτροπής ορίζεται υπάλληλος της Κτηματικής Υπηρεσίας. Η αποζημίωση των μελών της Επιτροπής ορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών.
2. Η Επιτροπή της παραγράφου 1 χαράσσει την οριογραμμή του αιγιαλού και του παλαιού αιγιαλού σε οριζοντιογραφικό –υψομετρικό υπόβαθρο (τοπογραφικό ή φωτογραμμετρικό διάγραμμα ή ορθοφωτοχάρτη), το οποίο έχει συνταχθεί σε κλίμακα τουλάχιστον 1:1000, είναι εξαρτημένο από το ενιαίο κρατικό σύστημα αναφοράς συντεταγμένων, αναφέρεται σε μήκος ακτής τουλάχιστον πεντακοσίων μέτρων ή περισσοτέρων, εφόσον το τμήμα, το οποίο απομένει μέχρι το επόμενο καθορισμένο τμήμα, δεν υπερβαίνει τα διακόσια μέτρα και αποτυπώνει τα όρια τυχόν περιλαμβανομένων επί μέρους ιδιοκτησιών με μνεία των εικαζομένων κυρίων αυτών. Το υπόβαθρο αυτό συντάσσεται από φορείς του δημόσιου τομέα, οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης ή ιδιώτες μηχανικούς, οι οποίοι έχουν από το νόμο το δικαίωμα για τη σύνταξη τέτοιων υποβάθρων. Στην τελευταία περίπτωση το διάγραμμα ελέγχεται και θεωρείται για την πληρότητα και την ακρίβειά του από μηχανικό της Κτηματικής Υπηρεσίας και, σε έλλειψη αυτού, από την Τ.Υ.Δ.Κ. του νομού.
3. Η Επιτροπή χαράσσει κατόπιν αυτοψίας, αφενός μεν την οριογραμμή του αιγιαλού ως πολυγωνική γραμμή πλησιέστερη στην πραγματική φυσική γραμμή, αφού λάβει υπόψη τις φυσικές και λοιπές ενδείξεις, οι οποίες επηρεάζουν το εύρος του αιγιαλού σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 6 του άρθρου 4, αφετέρου δε την οριογραμμή του παλαιού αιγιαλού, αφού λάβει υπόψη όλα τα απαιτούμενα στοιχεία σύμφωνα με την παράγραφο 7 του άρθρου 4, τα οποία η Κ.Ε.Δ. χορηγεί κατά προτεραιότητα. Οι κορυφές των πολυγωνικών γραμμών έχουν ορθογώνιες συντεταγμένες εξαρτημένες από το ενιαίο κρατικό σύστημα αναφοράς συντεταγμένων. Η Επιτροπή συντάσσει έκθεση, στην οποία περιέχονται τα στοιχεία, τα οποία λήφθηκαν υπόψη για τη χάραξη των οριογραμμών αιγιαλού και παλαιού αιγιαλού.

Άρθρο 6
Κοινές διατάξεις για την οριοθέτηση και τον καθορισμό
αιγιαλού και παλαιού αιγιαλού
1. Η Κτηματική Εταιρεία του Δημοσίου (Κ.Ε.Δ.) συλλέγει όλα τα διαθέσιμα στοιχεία, τα οποία αφορούν σε παραχωρήσεις ή αναγνωρίσεις εκ μέρους του Ελληνικού Δημοσίου εμπραγμάτων δικαιωμάτων επί εκτάσεων, οι οποίες κείνται σε παράκτιες περιοχές της Επικράτειας. Οι δημόσιες υπηρεσίες ή φορείς του Δημοσίου οφείλουν να διαθέτουν χωρίς καθυστέρηση στην εταιρεία αυτή κάθε σχετικό στοιχείο ή πληροφορία που αφορά στις παραχωρήσεις ή αναγνωρίσεις αυτές.
2. Η ΚΕΔ εντοπίζει εδαφικές εκτάσεις, οι οποίες εμφανίζουν ενδείξεις παλαιού αιγιαλού, αφού λάβει υπόψη γεωμορφολογικά στοιχεία και ιδίως τη μετατόπιση του αιγιαλού προς τη θάλασσα, την ύπαρξη αμμωδών, ελωδών ή αλιπέδων εκτάσεων χαμηλού υψομέτρου, καθώς και την ύπαρξη περίκλειστων λιμνοθαλασσών και εκβολών ποταμών και χειμάρρων, που συνέχονται του αιγιαλού. Οι ενδείξεις αυτές προκύπτουν από φωτοερμηνευτικές ή τοπογραφικές ή γεωλογικές μελέτες ή από αυτοψία ή από το συνδυασμό τους. Οι φωτοερμηνευτικές μελέτες λαμβάνουν ιδίως υπόψη τα στοιχεία, τα οποία προκύπτουν από τις παλαιότερες διαθέσιμες αεροφωτογραφίες. Όταν οριοθετείται παλαιός αιγιαλός, απαιτείται να προσδιορίζεται σε σχετική έκθεση, την οποία συντάσσει η Κ.Ε.Δ., η χρονική περίοδος μετατοπίσεως της οριογραμμής του αιγιαλού.
3. Όπου εντοπίζονται ενδείξεις παλαιού αιγιαλού, η ΚΕΔ προβαίνει στην οριοθέτηση του ορίου τους προς την ξηρά και στην απεικόνιση του ορίου αυτού σε χαρτογραφικά υπόβαθρα κλίμακας τουλάχιστον 1:5.000 εξαρτημένα από το κρατικό σύστημα αναφοράς. Στη συνέχεια ανάγει τα γεωμετρικά στοιχεία των εκτάσεων της παραγράφου 1 στο σύστημα αναφοράς του ορθοφωτοχάρτη του άρθρου 4 και απεικονίζει τα προς τη θάλασσα όρια των εκτάσεων αυτών στα ίδια ως άνω υπόβαθρα . Τα τμήματα του παλαιού αιγιαλού, τα οποία δεν προκύπτει ότι έχουν παραχωρηθεί ή αναγνωρισθεί από το Ελληνικό Δημόσιο, επισημαίνονται στα υπόβαθρα με την ένδειξη «Φερόμενος Ιδιοκτήτης: Ελληνικό Δημόσιο».
4. Τα ενημερωμένα, σύμφωνα με τα παραπάνω, υπόβαθρα, μαζί με τη σχετική έκθεση διαβιβάζονται σε ψηφιακή μορφή από την ΚΕΔ, αφενός μεν στον Ο.Κ.Χ.Ε. και στην Κτηματολόγιο Α.Ε., αφετέρου δε στο Φορέα του άρθρου 4, στις Κτηματικές Υπηρεσίες και στους Ο.Τ.Α. α΄ βαθμού, στην περιφέρεια των οποίων εντοπίζονται ενδείξεις παλαιού αιγιαλού.
5. Κατά την οριοθέτηση του αιγιαλού δεν μπορούν να περιληφθούν κτήρια ή κτίσματα εντός της ζώνης του, εφόσον έχει γίνει διάβρωση της ακτής πριν από την οριοθέτηση και τα κτήρια ή κτίσματα είχαν ανεγερθεί πριν από τη διάβρωση και εκτός του τμήματος μέχρι του οποίου έφθανε άλλοτε η θάλασσα κατά τις μεγαλύτερες αλλά συνήθεις αναβάσεις των κυμάτων της. Τα κτίσματα αυτά δύνανται να απαλλοτριώνονται σύμφωνα με το άρθρο 7.
6. Οι ορθοφωτοχάρτες του άρθρου 4, τα υπόβαθρα του άρθρου 5 και οι εκθέσεις, οι οποίες τα συνοδεύουν, επικυρώνονται κατόπιν σύμφωνης γνώμης του Υπουργού Εθνικής Άμυνας, η οποία παρέχεται μόνο για ζητήματα αρμοδιότητάς του, με απόφαση του Γενικού Γραμματέα της οικείας Περιφέρειας, η οποία δημοσιεύεται μαζί με τα στοιχεία αυτά στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και αναφέρει, αν αφορά στην όλη ρύθμιση ή σε μέρος μόνο αυτής. Η γνωμοδότηση διατυπώνεται εντός προθεσμίας ενός μηνός από την υποβολή του σχετικού φακέλου, με μέριμνα της οικείας Κτηματικής Υπηρεσίας, στο Υπουργείο Εθνικής Άμυνας. Η επικυρωτική απόφαση των ορθοφωτοχαρτών του άρθρου 4 δεν μπορεί να αφορά σε έκταση μείζονα της εδαφικής περιφέρειας Ο.Τ.Α. α΄ βαθμού.
Ο Γενικός Γραμματέας της οικείας Περιφέρειας ταυτόχρονα με την κύρωση των στοιχείων καθορισμού του αιγιαλού ανακοινώνει σε δύο τουλάχιστον εφημερίδες πανελλήνιας κυκλοφορίας, οι οποίες εκδίδονται στην Αθήνα, ότι απεστάλη η απόφαση προς δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και για ανάρτηση στον οικείο Δήμο ή Κοινότητα.
7. Η έκθεση, ο ορθοφωτοχάρτης ή το διάγραμμα εκ παραλλήλου με τη δημοσίευσή τους στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως αναρτώνται στους πίνακες ανακοινώσεων του οικείου δημοτικού ή κοινοτικού καταστήματος για δύο τουλάχιστον μήνες, για να λάβει γνώση κάθε ενδιαφερόμενος. Μετά τη συμπλήρωση των δύο μηνών τεκμαίρεται αμάχητα ότι κάθε ενδιαφερόμενος έχει λάβει γνώση των στοιχείων που αναρτήθηκαν. Η ανάρτηση συνοδεύεται από πρόσκληση προς κάθε ενδιαφερόμενο να λάβει γνώση και να προβάλει τυχόν εμπράγματα δικαιώματά του επί των εκτάσεων παλαιού αιγιαλού, οι οποίες έχουν επισημανθεί με την ένδειξη «Φερόμενος Ιδιοκτήτης: Ελληνικό Δημόσιο». Για την ανάρτηση συντάσσεται εις διπλούν σχετική έκθεση, η οποία υπογράφεται από τον αναρτήσαντα και ένα μάρτυρα, ενώ αντίτυπό της αποστέλλεται χωρίς καθυστέρηση στη Διεύθυνση Δημόσιας Περιουσίας του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών. Η Διεύθυνση αυτή, όταν συγκεντρώσει τις εκθέσεις αναρτήσεως, οι οποίες αφορούν στο σύνολο των ορθοφωτοχαρτών ή υποβάθρων που περιέχουν οριοθέτηση παλαιού αιγιαλού σε επίπεδο νομού, δημοσιεύει σε τρείς τουλάχιστον ημερήσιες πολιτικές εφημερίδες πανελλήνιας κυκλοφορίας, δύο τουλάχιστον φορές, οι οποίες απέχουν μεταξύ τους επτά ημέρες, ανακοίνωση, με την οποία καλείται κάθε ενδιαφερόμενος να λάβει γνώση των αναρτηθέντων ορθοφωτοχαρτών και διαγραμμάτων και να προβάλει τα τυχόν εμπράγματα δικαιώματά του. 8. Η απόφαση του Γενικού Γραμματέα της οικείας Περιφέρειας μετά τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως μεταγράφεται μαζί με τους ορθοφωτοχάρτες του άρθρου 4 ή τα υπόβαθρα του άρθρου 5 και την έκθεση, η οποία τα συνοδεύει, με μέριμνα της αρμόδιας Κτηματικής Υπηρεσίας στη μερίδα του Δημοσίου στα βιβλία μεταγραφών του αρμόδιου Υποθηκοφυλακείου ή Κτηματολογικού Γραφείου. Αν η περιοχή καθορισμού ανήκει στην αρμοδιότητα περισσότερων Υποθηκοφυλακείων ή Κτηματολογικών Γραφείων, η μεταγραφή γίνεται σε όλα τα κατά τόπον αρμόδια Υποθηκοφυλακεία ή Κτηματολογικά Γραφεία κατά περίπτωση.
9. Οι πρωτότυποι ορθοφωτοχάρτες του άρθρου 4 και τα πρωτότυπα υπόβαθρα του άρθρου 5 μαζί με τις επικυρωτικές αυτών αποφάσεις διαβιβάζονται στο Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών για να ενημερωθεί η βάση γεωγραφικών δεδομένων, το μητρώο παράκτιας ζώνης και ειδική ιστοσελίδα στο διαδίκτυο.
10. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, η οποία εκδίδεται εντός τριών μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζονται:
α) οι τεχνικές προδιαγραφές για την παραγωγή των ορθοφωτοχαρτών του άρθρου 4 και τη σύνταξη των υποβάθρων του άρθρου 5,
β) τα στοιχεία τα οποία λαμβάνονται υπόψη, ο τρόπος και τα κριτήρια αξιολογήσεώς τους καθώς και οι αναγκαίες τεχνικές προδιαγραφές για τη χάραξη και την απεικόνιση στους ορθοφωτοχάρτες του άρθρου 4 των οριογραμμών αιγιαλού και παλαιού αιγιαλού, καθώς και των ήδη νόμιμα καθορισμένων οριογραμμών αιγιαλού, παλαιού αιγιαλού και παραλίας και
γ) οι τεχνικές προδιαγραφές για τον εντοπισμό και την οριοθέτηση των εκτάσεων παλαιού αιγιαλού καθώς και των εκτάσεων που έχουν παραχωρηθεί ή αναγνωρισθεί από το Δημόσιο.
Με την ίδια απόφαση ρυθμίζεται και κάθε άλλη λεπτομέρεια που αφορά στη διαδικασία καθορισμού αιγιαλού και παλαιού αιγιαλού.
11. Σε περιοχές της Επικράτειας, οι οποίες, πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, έχουν κηρυχθεί υπό κτηματογράφηση σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2308/1995, όπως κάθε φορά ισχύουν, δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις του παρόντος νόμου περί αναγγελίας και αναγνωρίσεως δικαιωμάτων ιδιοκτησίας επί παλαιού αιγιαλού αλλά οι διατάξεις περί Εθνικού Κτηματολογίου. Στις περιοχές αυτές η Κ.Ε.Δ. ενεργεί κατά προτεραιότητα για τη διαφύλαξη των δικαιωμάτων του Δημοσίου επί του παλαιού αιγιαλού, ανεξάρτητα αν αυτός είναι καθορισμένος ή όχι. Οι αρμόδιες κατά τόπον Κτηματικές Υπηρεσίες ενημερώνουν τους ορθοφωτοχάρτες και τα διαγράμματα με βάση τα στοιχεία των οριστικών κτηματολογικών εγγραφών, τα οποία υποχρεούται να θέτει στη διάθεσή τους η ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ Α.Ε.

Άρθρο 7
Απαλλοτρίωση ιδιωτικών κτημάτων επί αιγιαλού
Αναγγελία και αναγνώριση δικαιωμάτων ιδιοκτησίας επί παλαιού αιγιαλού
1. Ιδιωτικά ακίνητα, τα οποία τυχόν χαρακτηρίζονται, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου, ότι δεν είναι ιδιωτικά αλλά εμπίπτουν εντός της ζώνης αιγιαλού, απαλλοτριώνονται αναγκαστικά υπέρ του Δημοσίου για να περιληφθούν στον αιγιαλό από και με τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, σύμφωνα με το άρθρο 6, της αποφάσεως του Γενικού Γραμματέα της οικείας Περιφέρειας. Ο καθορισμός του αιγιαλού αποτελεί σε κάθε περίπτωση αιτία αναγκαστικής απαλλοτριώσεως των ακινήτων αυτών για δημόσια ωφέλεια.
2. Στους κυρίους των ακινήτων αυτών και σε εκείνους, οι οποίοι αξιώνουν άλλα δικαιώματα σε αυτά, παρέχεται εξάμηνη προθεσμία από τη δημοσίευση της προηγουμένης παραγράφου, εντός της οποίας οφείλουν να αναγγείλουν στον Υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών τις αξιώσεις τους και να υποβάλουν τους τίτλους, στους οποίους στηρίζουν τα δικαιώματά τους.
3. Ως προς τον καθορισμό της τιμής μονάδας αποζημιώσεως και την περαιτέρω διαδικασία απαλλοτριώσεως, εφαρμόζονται οι κείμενες διατάξεις περί αναγκαστικών απαλλοτριώσεων.
4. Μετά την πάροδο άπρακτης της εξάμηνης προθεσμίας της παραγράφου 2 τυχόν αξιώσεις για αποζημίωση, οι οποίες δεν αναγγέλθηκαν στον Υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών, κρίνονται κατά την τακτική διαδικασία.
5. Μετά τον προσωρινό καθορισμό του τιμήματος της απαλλοτριώσεως και την κατάθεσή του, οι αξιώσεις, οι οποίες αναγγέλθηκαν, στρέφονται μόνον κατά του τιμήματος, το οποίο παρακατατέθηκε.
6. Μετά την πάροδο άπρακτης της προθεσμίας της παραγράφου 2 ή, σε περίπτωση εμπρόθεσμης αναγγελίας αξιώσεων ιδιωτών για αποζημίωση, μετά την παρακατάθεση της αποζημιώσεως, η οποία καθορίσθηκε, στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, ο αιγιαλός θεωρείται ότι καθορίσθηκε οριστικά και η απόδειξή του για τη Διοίκηση και τα Δικαστήρια γίνεται μόνο με την έκθεση και τον ορθοφωτοχάρτη ή το διάγραμμα, που έχουν κυρωθεί και μεταγραφεί σύμφωνα με το άρθρο 6.
7. Όποιος έχει έννομο συμφέρον μπορεί εντός προθεσμίας ενός έτους από την τελευταία δημοσίευση της παραγράφου 7 του άρθρου 6, να προβάλει τυχόν εμπράγματα δικαιώματά του επί εκτάσεων παλαιού αιγιαλού, οι οποίες φέρουν την ένδειξη «Φερόμενος Ιδιοκτήτης Ελληνικό Δημόσιο» και να ζητήσει την αναγνώρισή τους, αφού υποβάλλει στην κατά τόπον αρμόδια Κτηματική Υπηρεσία σχετική αίτηση. Η αίτηση πρέπει, επί ποινή απαραδέκτου, να περιέχει το είδος του προβαλλομένου δικαιώματος, τον τρόπο κτήσεώς του, το εμβαδόν και την ακριβή θέση της διεκδικουμένης εκτάσεως, τα αποδεικτικά μέσα επί των οποίων ο αιτών στηρίζει τους ισχυρισμούς του και διορισμό αντικλήτου στην πόλη, στην οποία έχει την έδρα της η οικεία Κτηματική Υπηρεσία. Δεν μπορεί να κατατεθεί αίτηση, εάν αυτή δεν συνοδεύεται από τοπογραφικό διάγραμμα, σε κλίμακα τουλάχιστον 1:1000, εξαρτημένο από το ενιαίο κρατικό σύστημα αναφοράς συντεταγμένων, το οποίο έχει συντάξει μηχανικός, ο οποίος έχει από το νόμο το δικαίωμα για τη σύνταξη τέτοιων διαγραμμάτων. Η Κτηματική Υπηρεσία καταχωρεί τις αιτήσεις σε ειδικό βιβλίο κατ’ αύξουσα σειρά χρονικής προτεραιότητας και συντάσσει πράξη καταθέσεως, αντίγραφο της οποίας παραδίδει στον αιτούντα.
8. Το Δημόσιο δεν προβάλλει δικαιώματα έναντι των κατόχων εκτάσεων, οι οποίες εμπίπτουν εντός της ζώνης παλαιού αιγιαλού και οι κάτοχοί τους αποδεικνύουν με οποιοδήποτε νόμιμο αποδεικτικό μέσο, ότι:
α) αποκτήθηκαν κατά κυριότητα νόμιμα από αυτούς ή τους δικαιοπαρόχους τους είτε με τα προσόντα της χρησικτησίας κατά το χρόνο εκείνο, κατά τον οποίο ήταν επιτρεπτή σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις χρησικτησία σε βάρος του Ελληνικού Δημοσίου, είτε εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 4 του ν. 3127/2003 (ΦΕΚ Α΄67),
β) παραχωρήθηκαν κατά κυριότητα από το Ελληνικό Δημόσιο με τίτλους, οι οποίοι δεν έχουν ανακληθεί ή τροποποιηθεί και εκδόθηκαν κατ’ εφαρμογή ειδικών διατάξεων νόμων,
γ) αναγνωρίστηκαν ότι δεν ανήκουν στο Ελληνικό Δημόσιο είτε με αμετάκλητες δικαστικές αποφάσεις, οι οποίες εκδόθηκαν σε δίκες, στις οποίες συμμετείχε ως διάδικος το Δημόσιο, είτε με διοικητικές πράξεις, οι οποίες εκδόθηκαν με βάση ειδικές διατάξεις,
δ) περιήλθαν, μέχρι την έναρξη της ισχύος του παρόντος νόμου:
i) Σε υπερθεματιστές, με βάση κατακυρωτικές εκθέσεις δημόσιων αναγκαστικών πλειστηριασμών, συμπεριλαμβανομένων και των κατά τις διατάξεις του ν.δ. 356/1974 (ΦΕΚ Α΄90) διενεργουμένων, εφόσον δεν ασκήθηκε εμπρόθεσμα από το Ελληνικό Δημόσιο διεκδικητική αγωγή ή ανακοπή,
ii) σε τρίτους, με βάση συμβιβαστικές πράξεις με το Ελληνικό Δημόσιο, κατά τη νόμιμη διαδικασία.
9. Η Κτηματική Υπηρεσία προελέγχει τα επικαλούμενα από τον αιτούντα στοιχεία, συγκεντρώνει κάθε κρίσιμο στοιχείο και διαβιβάζει, εντός πενταμήνου από της καταθέσεως της αιτήσεως, το σχετικό φάκελο της υποθέσεως μαζί με έκθεση των απόψεών της προς τη Διεύθυνση Δημοσίων Κτημάτων του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών, η οποία παραπέμπει την υπόθεση στο Γνωμοδοτικό Συμβούλιο Δημοσίων Κτημάτων. Το Συμβούλιο γνωμοδοτεί με βάση τις διατάξεις του α.ν. 1539/1938 (ΦΕΚ Α΄488), οι οποίες εφαρμόζονται ανάλογα.
10. Ο Υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών μπορεί, μετά από θετική γνωμοδότηση, να αναγνωρίσει τα εμπράγματα δικαιώματα του αιτούντος με απόφασή του, η οποία κοινοποιείται με απόδειξη στον αιτούντα, ή στον ορισθέντα αντίκλητό του. Η απόφαση αυτή αποστέλλεται στην οικεία Κτηματική Υπηρεσία και στην ΚΕΔ.
11. Οι αποφάσεις του Υπουργού, με τις οποίες απορρίπτονται τα δικαιώματα που προβάλλουν ιδιώτες, κοινοποιούνται με απόδειξη στον αιτούντα ή στον ορισθέντα αντίκλητό του και αποστέλλονται στην κατά τόπον αρμόδια Κτηματική Υπηρεσία. Εντός αποσβεστικής προθεσμίας δύο μηνών από την κατά το προηγούμενο εδάφιο επίδοση ο αιτών δικαιούται να ασκήσει ενώπιον των αρμοδίων δικαστηρίων αγωγή εναντίον του Ελληνικού Δημοσίου, για την οποία λογίζεται ότι έχει τηρηθεί η προβλεπόμενη από τις διατάξεις του άρθρου 8 του ν. 1539/1938 προδικασία.
12. Με βάση τις υπουργικές αποφάσεις των παραγράφων 10 και 11 η οικεία Κτηματική Υπηρεσία επιφέρει τις τελικές μεταβολές στους ορθοφωτοχάρτες ή τα διαγράμματα και οριστικοποιεί τα στοιχεία, αφενός μεν των τμημάτων του παλαιού αιγιαλού, επί των οποίων αναγνωρίζονται δικαιώματα άλλων προσώπων πλην του Δημοσίου, τα οποία επισημαίνει με πράσινο χρώμα και την ένδειξη «ΟΡΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ», αφετέρου δε εκείνων για τα οποία προκύπτει κατά τα ανωτέρω ότι ανήκουν οριστικά στο Ελληνικό Δημόσιο.
13. Οι οικείες Κτηματικές Υπηρεσίες καταγράφουν στα Βιβλία Καταγραφής Δημοσίων Κτημάτων τα τμήματα του παλαιού αιγιαλού, τα οποία είτε προκύπτει κατά τη διαδικασία του παρόντος άρθρου ότι ανήκουν στην ιδιωτική περιουσία του Δημοσίου, είτε καταχωρούνται σε οριστική κτηματολογική εγγραφή στο πλαίσιο συντάξεως του Εθνικού Κτηματολογίου στο όνομα του Ελληνικού Δημοσίου και τα επισημαίνουν στον ορθοφωτοχάρτη ή στο διάγραμμα με κυανούν χρώμα και με την ένδειξη «ΔΗΜΟΣΙΟ ΚΤΗΜΑ» και τον αριθμό καταγραφής τους (ΑΒΚ). Στη συνέχεια, αφού θεωρήσουν τον ορθοφωτοχάρτη ή το διάγραμμα συντάσσουν σχετική έκθεση και επιμελούνται της μεταγραφής τους στα αρμόδια Υποθηκοφυλακεία ή Κτηματολογικά Γραφεία. Θεωρημένα αντίτυπα των ανωτέρω στοιχείων, επί των οποίων αναγράφονται τα στοιχεία της μεταγραφής τους, διαβιβάζονται, και σε ψηφιακή μορφή, στην ΚΕΔ, στον ΟΚΧΕ και στην Κτηματολόγιο Α.Ε. καθώς επίσης και στην αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών, η οποία ενημερώνει τη βάση γεωγραφικών δεδομένων, το μητρώο παράκτιας ζώνης και ειδική ιστοσελίδα στο διαδίκτυο.
14. Η μεταγραφή των πράξεων αναγνωρίσεως της παραγράφου 10 γίνεται με επιμέλεια των ενδιαφερομένων κατόπιν χορηγήσεως από την οικεία Κτηματική Υπηρεσία θεωρημένου αντιγράφου του ορθοφωτοχάρτη ή διαγράμματος, στο οποίο αναγράφεται ο αριθμός της σχετικής αναγνωριστικής αποφάσεως του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών.
15. Η άπρακτη παρέλευση της προθεσμίας της παραγράφου 7 δεν στερεί τον έχοντα έννομο συμφέρον του δικαιώματος να επιδιώξει την αναγνώριση των δικαιωμάτων του ενώπιον των τακτικών πολιτικών δικαστηρίων μετά την τήρηση της νόμιμης προδικασίας.
16. Μετά την παρέλευση πενταετίας από τη μεταγραφή, σύμφωνα με την παράγραφο 13, αποσβέννυται έναντι του Ελληνικού Δημοσίου κάθε δικαίωμα επί των τμημάτων του παλαιού αιγιαλού, τα οποία φέρουν την ένδειξη «ΔΗΜΟΣΙΟ ΚΤΗΜΑ» και τον αριθμό καταγραφής τους (ΑΒΚ), εκτός εάν ασκήθηκε αγωγή, η οποία διακόπτει την προθεσμία αυτή.

Άρθρο 8
Δημιουργία παραλίας, συνέπειες, περιορισμοί

1. Για έκταση μέχρι 100.000 τ.μ. η παραλία καθορίζεται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα της οικείας Περιφέρειας. Με την απόφαση αυτή αιτιολογείται η ανάγκη να εξυπηρετηθεί ο σκοπός της παραγράφου 2 του άρθρου 1 και επικυρώνεται, αφενός μεν η οριογραμμή της παραλίας, η οποία χαράσσεται με πολυγωνική γραμμή επί κτηματογραφικού-υψομετρικού υποβάθρου, στο οποίο απεικονίζεται ο νόμιμα καθορισμένος αιγιαλός, στον οποίο προστίθεται η παραλία και αποτυπώνονται τα όρια των περιλαμβανομένων επί μέρους ιδιοκτησιών και οι εικαζόμενοι κύριοι αυτών, αφετέρου δε η σχετική έκθεση, η οποία συνοδεύει το υπόβαθρο καθώς και ο κτηματολογικός πίνακας των εικαζομένων ιδιοκτητών ακινήτων, τα οποία εμπίπτουν εντός της ζώνης της παραλίας. Το υπόβαθρο είναι εξαρτημένο από το ενιαίο κρατικό σύστημα αναφοράς συντεταγμένων και συντάσσεται από φορείς του δημόσιου τομέα, οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης ή ιδιώτες μηχανικούς, οι οποίοι έχουν από το νόμο το δικαίωμα για τη σύνταξη τέτοιων διαγραμμάτων. Στην τελευταία περίπτωση το υπόβαθρο ελέγχεται και θεωρείται για την πληρότητα και την ακρίβειά του από την Τ.Υ.Δ.Κ. του νομού. Για εκτάσεις παραλίας μείζονες των 100.000 τ.μ. η απόφαση καθορισμού εκδίδεται από το αρμόδιο, σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις περί αναγκαστικών απαλλοτριώσεων, όργανο της Διοικήσεως. Η απόφαση του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου εκδίδεται κατόπιν αφενός μεν γνώμης του οικείου Ο.Τ.Α. α΄και β΄βαθμού, αφετέρου δε σύμφωνης γνώμης του Υπουργού Εθνικής Άμυνας, η οποία παρέχεται μόνο για ζητήματα αρμοδιότητάς του.
2. Απαλλοτριώνονται για λόγους δημόσιας ωφέλειας και υπέρ του Δημοσίου τα τυχόν εμπράγματα δικαιώματα ιδιωτών επί ακινήτων, τα οποία εμπίπτουν στη ζώνη της παραλίας, από και με τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως της αποφάσεως της παραγράφου 1, χωρίς να απαιτείται άλλη πρόσθετη διαδικασία για την κήρυξη της απαλλοτριώσεως. Τα Ν.Π.Δ.Δ. παραχωρούν χωρίς αντάλλαγμα στο Δημόσιο τα εμπράγματα δικαιώματά τους επί ακινήτων, τα οποία βρίσκονται στην παραλία.
3. Η απόφαση της παραγράφου 1 προσδιορίζει την απαιτούμενη δαπάνη αποζημιώσεως των απαλλοτριουμένων εκτάσεων καθώς και το φορέα και τον τρόπο καλύψεώς της. Η απόφαση δημοσιεύεται μαζί με το υπόβαθρο, τον κτηματολογικό πίνακα και τη σχετική έκθεση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και μεταγράφεται στα οικεία βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου ή Κτηματολογικού Γραφείου. Τα παραπάνω στοιχεία αναρτώνται, αμέσως μετά τη δημοσίευσή τους στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, στο κατάστημα του οικείου δήμου ή κοινότητας για τρεις τουλάχιστο μήνες. Η ανάρτηση αποδεικνύεται από έκθεση του δημάρχου ή προέδρου της κοινότητας, η οποία αποστέλλεται εντός μηνός στην αρμόδια κατά τόπον Κτηματική Υπηρεσία.
4. Από την ολοκλήρωση των διατυπώσεων δημοσιότητας της αποφάσεως καθορισμού της παραλίας οι κύριοι των κτημάτων, τα οποία καταλαμβάνονται από αυτή, θεωρείται ότι έλαβαν γνώση περί τούτου και οφείλουν για μια διετία να μην προβούν σε οποιαδήποτε γενικά κατασκευή, βελτίωση, δενδροφύτευση ή άλλη τυχόν προσθήκη στα ακίνητα αυτά, ενώ αύξηση της αξίας τους, η οποία οφείλεται σε μία από τις πιο πάνω ενέργειες, δεν αποζημιώνεται.
5. Κατά τα λοιπά για την απαλλοτρίωση των εντός της ζώνης της παραλίας ιδιωτικών ακινήτων εφαρμόζονται οι διατάξεις περί απαλλοτριώσεων λόγω ρυμοτομίας. Αρμόδια υπηρεσία για την περαιτέρω διαδικασία είναι το Πολεοδομικό Γραφείο της Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως. Δήμοι και κοινότητες, οι οποίοι ωφελούνται από τη δημιουργία της παραλίας, δύνανται να συνεισφέρουν στην αποζημίωση για την αναγκαστική απαλλοτρίωση των ακινήτων, τα οποία καταλαμβάνει η παραλία, κατά τα οριζόμενα με προεδρικά διατάγματα, τα οποία εκδίδονται κατόπιν προτάσεως των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων ΄Εργων ειδικά για κάθε περίπτωση.
6. Αρμόδια για τη χάραξη της οριογραμμής της παραλίας και τη σύνταξη της εκθέσεως είναι η Επιτροπή του άρθρου 5, ή η Επιτροπή η οποία εδρεύει στο νομό, στον οποίο εντοπίζεται το μεγαλύτερο μήκος της υπό οριοθέτηση παραλίας. Η Επιτροπή για την περίπτωση αυτή συγκροτείται ως πενταμελής με τη συμμετοχή και του διευθυντή της Διευθύνσεως Πολεοδομίας της Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως και του διευθυντή Χωροταξίας και Περιβάλλοντος της Γενικής Γραμματείας της Περιφέρειας. 7. Όπου υφίσταται σχέδιο πόλεως, η οριογραμμή της παραλίας δεν μπορεί να υπερβεί την πλησιέστερη προς τον αιγιαλό ρυμοτομική γραμμή. Σε παραδοσιακούς οικισμούς η οριογραμμή της παραλίας δεν μπορεί να υπερβεί τη γραμμή δομήσεως, όπως αυτή νόμιμα έχει διαμορφωθεί. Σε πόλεις και οικισμούς που δημιουργήθηκαν πριν από το έτος 1923 ή έχουν πληθυσμό κάτω από δύο χιλιάδες κατοίκους και στους οποίους δεν υπάρχει εγκεκριμένο ρυμοτομικό σχέδιο, η οριογραμμή της παραλίας δεν μπορεί να υπερβεί τη διαμορφωμένη γραμμή δομήσεως, όπως αυτή έχει διαμορφωθεί νόμιμα. Στα δύο προηγούμενα εδάφια η γραμμή δομήσεως προσδιορίζεται από τη Διεύθυνση Περιβάλλοντος - Χωροταξίας (ΔΙΠΕΧΩ) της Γενικής Γραμματείας Περιφέρειας. Κατά την έγκριση ή επέκταση σχεδίων πόλεων η γραμμή δομήσεως σε κάθε περίπτωση δεν μπορεί να υπερβαίνει την οριογραμμή της παραλίας με την επιφύλαξη των περιπτώσεων, που αφορούν παραδοσιακούς οικισμούς ή διατηρητέα κτίσματα και κατασκευές. Σε περιοχές εκτός σχεδίου εξαιρούνται από τη ζώνη παραλίας τα χαρακτηρισμένα ως διατηρητέα κτίσματα ή κατασκευές.
8. Η απόφαση της παραγράφου 1 διαβιβάζεται στο Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών, η αρμόδια υπηρεσία του οποίου ενημερώνει τη βάση γεωγραφικών δεδομένων, το μητρώο παράκτιας ζώνης και ειδική ιστοσελίδα στο διαδίκτυο.
9. Η χάραξη επί των ορθοφωτοχαρτών ή διαγραμμάτων της οριογραμμής παραλίας και η σύνταξη του οικείου κτηματολογικού πίνακα πληροί τις τεχνικές προδιαγραφές, οι οποίες καθορίζονται με την κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Περιβάλλοντος Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων της παραγράφου 10 του άρθρου 6. Με την ίδια απόφαση μπορεί να ρυθμίζεται και κάθε άλλη λεπτομέρεια, η οποία αφορά στη διαδικασία καθορισμού της παραλίας.

Άρθρο 9
Περιπτώσεις υποχρεωτικού καθορισμού αιγιαλού
1. Πριν από την έγκριση ή επέκταση του σχεδίου πόλεως ή από οποιαδήποτε εκποίηση ή παραχώρηση δημοσίου κτήματος ή από την εκτέλεση λιμενικών, βιομηχανικών, τουριστικών και συγκοινωνιακών έργων ή από την έκδοση άδειας για οικοδομικές εργασίες, εφόσον οι πράξεις αυτές αναφέρονται σε ακίνητα, τα οποία απέχουν μέχρι εκατό μέτρα από την ακτογραμμή, απαιτείται να γίνει, με ποινή ακυρότητας των πράξεων αυτών, ο καθορισμός του αιγιαλού στην περιοχή αυτή. Το προηγούμενο εδάφιο δεν εφαρμόζεται προκειμένου για εκμισθώσεις ή παραχωρήσεις δημοσίων λιμνών και θαλασσών με σκοπό την αλιευτική εκμετάλλευση σύμφωνα με την αλιευτική νομοθεσία, εφόσον δεν κατασκευάζονται μόνιμα κτίσματα.
2. Για την έκδοση άδειας οικοδομής σε ακίνητα, τα οποία αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο, προσδιορίζεται, με ευθύνη του μηχανικού ο οποίος υπογράφει τη μελέτη της άδειας, η ακριβής θέση του αιγιαλού και του τυχόν παλαιού αιγιαλού σε αντίγραφο του τοπογραφικού διαγράμματος, το οποίο απαραίτητα συνοδεύει την αίτηση.

Άρθρο 10
Επανακαθορισμός και νέος καθορισμός
1. Αν λόγω μεταβολής των πραγμάτων διαπιστώνεται ότι η οριογραμμή αιγιαλού που έχει καθορισθεί, διαφέρει ουσιωδώς από το πραγματικό όριο του αιγιαλού, είναι δυνατόν η οριογραμμή του αιγιαλού να επανακαθορίζεται κατά τη διαδικασία του άρθρου 5. Αν έχει προκύψει παλαιός αιγιαλός, αυτός οριοθετείται από την Επιτροπή του άρθρου 5 κατά παρέκκλιση της παραγράφου 7 του άρθρου 4.
2. Σε περίπτωση επανακαθορισμού του αιγιαλού η Επιτροπή του άρθρου 5 κρίνει αιτιολογημένα, εάν συντρέχει λόγος επανακαθορισμού και της παραλίας. Δεν επιτρέπεται επανακαθορισμός της παραλίας, εφόσον συνεπάγεται μείωση της ζώνης της παραλίας, η οποία είχε αρχικά καθορισθεί, αν έχει συντελεσθεί η σχετική αναγκαστική απαλλοτρίωση.
3. Αν έχει καθορισθεί ζώνη παραλίας με το προϊσχύσαν νομοθετικό καθεστώς και ο καθορισμός αντιβαίνει στα οριζόμενα στην παράγραφο 7 του άρθρου 8, μπορούν να επανακαθορισθούν τα όριά της σύμφωνα με τον παρόντα νόμο, με την προϋπόθεση ότι η απαλλοτρίωση για την παραλία δεν έχει συντελεσθεί.
4. Αν σε συμμόρφωση προς ακυρωτική δικαστική απόφαση προκύπτει ανάγκη καθορισμού εκ νέου της οριογραμμής του αιγιαλού, εφαρμόζεται ανάλογα η παράγραφος 1.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ
Παραχωρήσεις αιγιαλού και παραλίας και εκτέλεση έργων
Άρθρο 11
Γενικές ρυθμίσεις για τις παραχωρήσεις
1. Απαγορεύεται η παραχώρηση της αποκλειστικής χρήσεως του αιγιαλού και της παραλίας, εκτός αν προβλέπεται από ειδικές διατάξεις ή επιβάλλεται για λόγους υπέρτερου δημοσίου συμφέροντος, ήτοι για λόγους εθνικής άμυνας, δημοσίας τάξεως, ασφάλειας, προστασίας αρχαίων ή προστασίας του περιβάλλοντος.
2. Η παραχώρηση της χρήσεως του αιγιαλού και της παραλίας γίνεται κατά τους όρους του νόμου και σύμφωνα με τις αρχές και τους περιορισμούς, οι οποίοι τίθενται στο άρθρο 2. Η Διοίκηση οφείλει αιτιολογημένα με την πράξη παραχωρήσεως να εκτιμά τις συνθήκες της περιοχής και να σταθμίζει τα συμφέροντα, τα οποία εξυπηρετούνται και βλάπτονται με την παραχώρηση. Στις πράξεις παραχωρήσεως τίθενται από τη Διοίκηση περιορισμοί για τη χρήση συγκεκριμένου τμήματος της κοινόχρηστης εκτάσεως και για περιορισμένη διάρκεια της χρήσεως. Επίσης μπορούν να τίθενται οποιοιδήποτε άλλοι όροι και περιορισμοί, οι οποίοι κρίνονται ως αναγκαίοι για την εξυπηρέτηση των σκοπών του παρόντος νόμου. Για την παραχώρηση τμημάτων αιγιαλού και παραλίας, τα οποία έχουν κηρυχθεί αρχαιολογικοί χώροι, μνημεία και ιστορικοί τόποι, απαιτείται η σύμφωνη γνώμη του Υπουργού Πολιτισμού μετά από γνωμοδότηση του οικείου Συμβουλίου. Για την παραχώρηση προστατευομένων περιοχών ιδιαίτερου κάλλους και ευπαθών οικοσυστημάτων απαιτείται η σύμφωνη γνώμη του Υπουργού Περιβάλλοντος Χωροτοξίας και Δημοσίων Έργων.
3. Οι παραχωρητήριες πράξεις, με την επιφύλαξη ειδικών διατάξεων οι οποίες ορίζουν τα αντίθετα, είναι προσωποπαγείς. Περαιτέρω μεταβίβαση του παραχωρηθέντος δικαιώματος μπορεί να γίνει κατ΄ εξαίρεση μετά από έγκριση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών. Οι περιορισμοί αυτοί δεν ισχύουν προκειμένου για τη μεταβίβαση δικαιώματος ΟΤΑ σε κοινωφελή επιχείρηση του ιδίου ΟΤΑ.
4. Παράβαση των διατάξεων του νόμου, των όρων και περιορισμών που έχουν τεθεί στην πράξη παραχωρήσεως καθώς και μεταβολή του σκοπού ή της χρήσεως της παραχωρήσεως ή της φύσεως της εκτάσεως που έχει παραχωρηθεί για χρήση συνεπάγεται την αυτοδίκαιη έκπτωση του παραχωρησιούχου, αζημίως για το Δημόσιο, για την οποία εκδίδεται σχετική διαπιστωτική πράξη, η οποία κοινοποιείται σε αυτόν. Με την πράξη αυτή διατάσσεται διοικητικώς η κατάληψη από το Δημόσιο των τυχόν υφισταμένων έργων. Σε κάθε περίπτωση χωρεί οποτεδήποτε ανάκληση της πράξεως παραχωρήσεως για λόγους γενικού συμφέροντος. Η ανανέωση της πράξεως παραχωρήσεως συνιστά νέα αυτοτελή κρίση, η οποία ανήκει στη διακριτική ευχέρεια της Διοικήσεως.
5. Η πράξη παραχωρήσεως δεν υποκαθιστά τις τυχόν απαιτούμενες από άλλες διατάξεις άδειες.

΄Αρθρο 12
Παραχώρηση χρήσεως αιγιαλού και παραλίας για σκοπούς τουριστικούς ή αναψυχής

1. Η παραχώρηση της χρήσεως του αιγιαλού και της παραλίας γίνεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών έναντι ανταλλάγματος, κατά τις διατάξεις για την εκμίσθωση δημοσίων κτημάτων. Σε Ο.Τ.Α., φορείς διοικήσεως και εκμεταλλεύσεως λιμένων, που ανήκουν στο δημόσιο τομέα, οργανισμούς κοινής ωφέλειας και Ν.Π.Δ.Δ. η παραχώρηση δύναται να γίνει και απευθείας με ή χωρίς αντάλλαγμα.
2. Είναι δυνατή η παραχώρηση, με τη διαδικασία και τους όρους του πρώτου εδαφίου της προηγουμένης παραγράφου, της χρήσεως αιγιαλού και παραλίας για την άσκηση δραστηριοτήτων, οι οποίες εξυπηρετούν τους λουομένους ή την αναψυχή του κοινού (όπως εκμίσθωση θαλασσίων μέσων αναψυχής, καθισμάτων, ομπρελών, λειτουργία τροχηλάτου αναψυκτηρίου και γενικά κατασκευών και εγκαταστάσεων αναψυχής προσωρινού χαρακτήρα). Οι παραχωρούμενες, σύμφωνα με την παράγραφο αυτή, εκτάσεις δεν μπορούν να υπερβαίνουν για κάθε παραχωρησιούχο, με την εξαίρεση των όμορων ξενοδοχειακών επιχειρήσεων της επομένης παραγράφου, τα πεντακόσια τετραγωνικά μέτρα και πρέπει να παρεμβάλλεται ελεύθερη ζώνη αιγιαλού τουλάχιστον εκατό μέτρων μήκους. Οι διατάξεις του προηγουμένου εδαφίου δεν εφαρμόζονται, όταν η παραχώρηση αφορά σε τοποθέτηση τραπεζοκαθισμάτων και ομπρελών από καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος, τα οποία λειτουργούν νόμιμα, στον προκείμενο αυτών χώρο αιγιαλού και παραλίας.
3. Είναι δυνατή η παραχώρηση με τη διαδικασία και τους όρους του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1, χωρίς δημοπρασία, της χρήσεως αιγιαλού και παραλίας για χρονικό διάστημα όχι μεγαλύτερο του ενός ημερολογιακού έτους σε εκείνους, οι οποίοι εκμεταλλεύονται όμορες προς τον αιγιαλό ξενοδοχειακές και τουριστικές γενικά επιχειρήσεις ή κέντρα αναψυχής, για τους σκοπούς που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο της προηγουμένης παραγράφου προς εξυπηρέτηση του κοινού. Το αντάλλαγμα για την παραχώρηση της χρήσεως αιγιαλού και παραλίας που έχουν ανακηρυχθεί Τουριστικά Δημόσια Κτήματα (Τ.Δ.Κ.), ως και των κτισμάτων ή γενικά των εγκαταστάσεων που υφίστανται επ' αυτών, καθορίζεται με απόφαση του φορέα, ο οποίος ασκεί τη διοίκηση και διαχείριση των Τ.Δ.Κ., σύμφωνα με τη νομοθεσία που τον διέπει. Το αντάλλαγμα, το οποίο καταβάλλεται στο Δημόσιο, με εξαίρεση τα Τ.Δ.Κ., από τις όμορες ξενοδοχειακές επιχειρήσεις για την παραχώρηση της χρήσεως αιγιαλού και παραλίας καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών και υπολογίζεται από τον πολλαπλασιασμό του ενός δευτέρου (1/2) της κατώτερης τιμής δίκλινου δωματίου μετά λουτρού, χωρίς λοιπές επιβαρύνσεις, όπως αυτή καθορίζεται από τον Υπουργό Τουριστικής Ανάπτυξης για τα αντίστοιχης κατηγορίας ξενοδοχεία επί τον αριθμό των κλινών αυτής. Αν το προκύπτον κατά τα ανωτέρω αντάλλαγμα τελεί σε δυσαναλογία προς το μίσθωμα, το οποίο προκύπτει με βάση τις μισθωτικές συνθήκες της περιοχής ή με αυτό το οποίο καθορίζεται με βάση το άρθρο 22 του ν. 2238/1994 (ΦΕΚ Α΄151), και η απόκλιση είναι τουλάχιστον πενήντα εκατοστά (50%), καταβάλλεται το αυξημένο αντάλλαγμα. Αν με την απόφαση του Υπουργού Τουριστικής Ανάπτυξης καθορίζονται διαφορετικές τιμές για τη χαμηλή, μέση και υψηλή τουριστική περίοδο, και η παραχώρηση αφορά σε χρονικό διάστημα που εμπίπτει σε περισσότερες περιόδους, για τον υπολογισμό του ανταλλάγματος αθροίζονται τα ποσά, τα οποία προκύπτουν με βάση τις καθοριζόμενες τιμές για κάθε περίοδο χωριστά.
4. Για τις παραχωρήσεις στις λοιπές, πλην ξενοδοχειακών, επιχειρήσεις το αντάλλαγμα υπολογίζεται με βάση την κρατούσα μισθωτική αξία της περιοχής.
5. Το αντάλλαγμα της παραχωρήσεως αιγιαλού και παραλίας υπολογίζεται, σε κάθε περίπτωση, για χρονικό διάστημα ίσο με τη διάρκεια της παραχωρήσεως.
6. Για την άσκηση των δραστηριοτήτων της παραγράφου 2 είναι δυνατή η απευθείας παραχώρηση, με ή χωρίς αντάλλαγμα, της χρήσεως του αιγιαλού και της παραλίας σε Ο.Τ.Α. α΄ βαθμού με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Οικονομίας και Οικονομικών σύμφωνα με τους όρους, τις προϋποθέσεις και τις ειδικότερες ρυθμίσεις, τις οποίες ορίζει η απόφαση αυτή.
7. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μπορούν να καθορίζονται οι διαστάσεις, τα υλικά κατασκευής, τα μορφολογικά και λειτουργικά χαρακτηριστικά και οι προδιαγραφές γενικά των κατασκευών και εγκαταστάσεων αναψυχής της παραγράφου 2.

Άρθρο 13
Παραχώρηση αιγιαλού και παραλίας για την εκτέλεση έργων και για παραγωγικούς σκοπούς

1. Είναι δυνατή η χωρίς δημοπρασία απευθείας παραχώρηση της χρήσεως του αιγιαλού, παραλίας, συνεχόμενου ή παρακείμενου θαλασσίου χώρου, του υπεδάφους ή του πυθμένα, για την εκτέλεση έργων, όταν με αυτά πρόκειται να εξυπηρετηθούν σκοποί γενικότερου συμφέροντος, όπως για παράδειγμα συγκοινωνιακοί, εμπορικοί κ.λ.π., οι οποίοι προβλέπονται από την κείμενη νομοθεσία. Η παραχώρηση, η οποία μπορεί να περιλαμβάνει και τη χρήση αιγιαλού και παραλίας για την εξυπηρέτηση λειτουργικών αναγκών των έργων αυτών, γίνεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών κατά τη διαδικασία της επόμενης παραγράφου. Η διαδικασία αυτή απαιτείται και για τα έργα του Δημοσίου στους παραπάνω χώρους.
2.(i) Ο ενδιαφερόμενος υποβάλλει αίτηση προς την αρμόδια Κτηματική Υπηρεσία, η οποία συνοδεύεται από πλήρη φάκελο, ο οποίος περιέχει, αφενός μεν την οριογραμμή αιγιαλού που έχει καθορισθεί, αφετέρου δε την εγκεκριμένη από τη Διεύθυνση Δημοσίων Έργων της οικείας Περιφέρειας τεχνική μελέτη του έργου, η οποία εκπονείται με βάση την απόφαση εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων, η οποία εκδίδεται σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία για την προστασία του περιβάλλοντος, ανάλογα του είδους, της κατηγορίας και της φύσεως του έργου.
(ii) Κατά τη διαδικασία της περιβαλλοντικής αδειοδοτήσεως, για την οποία εφαρμόζονται οι ισχύουσες κατά περίπτωση διατάξεις, διατυπώνουν τη γνώμη τους και οι εξής συναρμόδιοι φορείς:
α) το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας, β) το Υπουργείο Ανάπτυξης, όταν πρόκειται για παραχώρηση αιγιαλού σε βιομηχανικές μονάδες, εγκαταστάσεις πετρελαιοειδών και σε επιχειρήσεις μεταλλευτικών, λατομικών και βιομηχανικών ορυκτών, γ) το Υπουργείο Γεωργίας για έργα σε λιμένες και ποταμούς, ως και για την κατασκευή αλιευτικού καταφυγίου με σκοπό την προστασία επαγγελματικών αλιευτικών σκαφών και για την ίδρυση και εγκατάσταση μονάδων ιχθυοκαλλιεργειών, δ) το Υπουργείο Πολιτισμού, ε) το Υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας, στ) το Υπουργείο Τουριστικής Ανάπτυξης, ζ) Υπουργείο Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής για τις περιοχές της αρμοδιότητάς του και η) το οικείο Δημοτικό ή Κοινοτικό Συμβούλιο. Όπου ακολουθείται η διαδικασία Προκαταρκτικής Περιβαλλοντικής Εκτίμησης και Αξιολόγησης (Π.Π.Ε.Α.), απαιτείται η σύμφωνη γνώμη της κατά το άρθρο δέκατο ένατο του ν. 2932/2001 (ΦΕΚ Α΄145) Επιτροπής Σχεδιασμού και Ανάπτυξης Λιμένων (Ε.Σ.Α.Λ.), η οποία υποκαθιστά τις παραπάνω γνώμες των συναρμοδίων φορέων. Οι γνώμες αυτές διατυπώνονται εντός αποκλειστικής προθεσμίας τριών μηνών από την υποβολή πλήρους φακέλου, άλλως λογίζονται ως θετικές.
(iii) Για την έγκριση της τεχνικής μελέτης του έργου απαιτείται αφενός μεν η σύμφωνη γνώμη του Υπουργού Εθνικής Άμυνας για θέματα εθνικής άμυνας και ασφάλειας της ναυσιπλοΐας, αφετέρου δε σύμφωνη γνώμη του Υπουργού Πολιτισμού και του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας, εφόσον οι δύο τελευταίες γνώμες δε διατυπώθηκαν κατά το στάδιο της περιβαλλοντικής αδειοδοτήσεως. Για παραδοσιακούς οικισμούς απαιτείται και σύμφωνη γνώμη του αρμόδιου γι' αυτούς Υπουργού. Οι γνώμες αυτές διατυπώνονται εντός αποκλειστικής προθεσμίας τριών μηνών από την υποβολή πλήρους φακέλου, τον οποίο αποστέλλει χωρίς καθυστέρηση η Διεύθυνση Δημοσίων Έργων της οικείας Περιφέρειας, άλλως λογίζονται ως θετικές.
(iv) Η Κτηματική Υπηρεσία ελέγχει την τήρηση των προϋποθέσεων της παρούσας παραγράφου και εισηγείται την έκδοση της αποφάσεως παραχωρήσεως, τηρουμένων πάντα των δύο τελευταίων εδαφίων της παραγράφου 2 του άρθρου 11.
3. Επιτρέπεται κατά τη διαδικασία των παραγράφων 1 και 2 η παραχώρηση του δικαιώματος χρήσεως αιγιαλού, παραλίας, του υπεδάφους και συνεχόμενου ή παρακείμενου θαλασσίου χώρου ή πυθμένα και: α) για σκοπούς κοινωφελείς ή αναβαθμίσεως του περιβάλλοντος, εφόσον τα έργα εκτελούνται από το Δημόσιο ή Ν.Π.Δ.Δ., συμπεριλαμβανομένων των Ο.Τ.Α, ή επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας, β) για έργα τα οποία εξυπηρετούν τον ναυταθλητισμό και εκτελούνται με βάση μελέτες, οι οποίες έχουν εγκριθεί από τη Γενική Γραμματεία Αθλητισμού (Γ.Γ.Α.), γ) για έργα εξυπηρετήσεως ή εγκαταστάσεως υδατοκαλλιεργειών, δ) για ερευνητικούς σκοπούς, ε) για προσαμμωτικά έργα, έργα αναπλάσεως από το Δημόσιο, Ν.Π.Δ.Δ. και από ξενοδοχειακές ή τουριστικές επιχειρήσεις του χώρου, ο οποίος βρίσκεται μπροστά από αυτές, στ) για την εγκατάσταση μόνιμων ή πλωτών εξεδρών, την κατασκευή προβλητών, κρηπιδωμάτων, την εγκατάσταση ανυψωτικών και φορτoεκφορτωτικών μέσων παντός είδους (μεταφορικές ταινίες, γερανούς σιλό, αγωγούς μεταφοράς υγρών φορτίων), ή άλλων έργων, τα οποία προορίζονται να εξυπηρετούν τη μεταφορά, διακίνηση και αποθήκευση φορτίων ή εφοδίων, τα οποία παράγονται ή διακινούνται ή χρησιμοποιούνται από βιομηχανικές, εξορρυκτικές, εμπορικές, μεταφορικές και τουριστικές επιχειρήσεις, ή εταιρείες εμπορευματικών κέντρων, οι οποίες ιδρύονται ή λειτουργούν σε ακίνητα, επί των οποίων οι ανωτέρω επιχειρήσεις έχουν δικαίωμα χρήσεως με βάση εμπράγματη ή ενοχική σχέση και γειτνιάζουν με τον παραχωρούμενο χώρο, ζ) για την κατασκευή έργων και εγκαταστάσεων υποδομής, προοριζομένων να εξυπηρετούν την εκτέλεση συγκοινωνιών κάθε μορφής από συγκοινωνιακές επιχειρήσεις, οι οποίες λειτουργούν νόμιμα και η) για την εκτέλεση έργων εγκαταστάσεως σταθμών ή υποσταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας καθώς και κάθε αναγκαίου έργου για τη σύνδεση του σταθμού ή του υποσταθμού με το σύστημα ή το δίκτυο, όπως ορίζονται στο ν. 2773/1999 (ΦΕΚ Α΄ 286).
4. Στα έργα, τα οποία μπορούν να εκτελεσθούν για την επιδίωξη των σκοπών των παραγράφων 1 και 3, περιλαμβάνονται και η τοποθέτηση υποθαλασσίων αγωγών και γενικά καλωδίων, ναυδέτων, πλωτών προβλητών και εξεδρών και η πόντιση τεχνητών υφάλων.
5. Η παραχώρηση σύμφωνα με τις παραγράφους 1 έως και 4 γίνεται μετά από πρόταση του αρμοδίου κατά περίπτωση, ανάλογα με το είδος του έργου ή της δραστηριότητας, Υπουργού και με τον όρο, εφόσον πρόκειται για κερδοσκοπικές δραστηριότητες, της καταβολής ετησίως αποζημιώσεως, η οποία καθορίζεται ανά τριετία από τον Υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών σε ύψος όχι κατώτερο αυτού, το οποίο προκύπτει με βάση το σύστημα αντικειμενικού προσδιορισμού της αξίας των ακινήτων. Η αποζημίωση βεβαιώνεται με πράξη της οικείας Κτηματικής Υπηρεσίας και εισπράττεται κατά τις διατάξεις του Κώδικα Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων. Σε περίπτωση καθυστερήσεως καταβολής ληξιπρόθεσμης αποζημιώσεως, ο παραχωρησιούχος εκπίπτει αυτοδίκαια της παραχωρήσεως.
6. Είναι δυνατή κατά την διαδικασία των παραγράφων 1 και 2 η χρησιμοποίηση των έργων και των εγκαταστάσεων γενικά της περιπτώσεως (στ) της παραγράφου 3 από τρίτους πλην του παραχωρησιούχου, εφόσον ο τρίτος πληροί τις προϋποθέσεις, οι οποίες απαιτούνται για τον παραχωρησιούχο. Στην περίπτωση αυτή ο τρίτος καταβάλλει αντάλλαγμα, το οποίο καθορίζεται με απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Εμπορικής Ναυτιλίας, μπορεί να αναπροσαρμόζεται ανά διετία και εισπράττεται ως δημόσιο έσοδο.
7. Δεν απαιτείται η διαδικασία, η οποία προβλέπεται στην παράγραφο 2 στις εξής περιπτώσεις: α) για την παραχώρηση θαλασσίου χώρου για την εγκατάσταση πλωτών εξεδρών επιφάνειας μέχρι εκατόν είκοσι τ.μ., και για εποχιακή χρήση μέχρι οκτώ μηνών, για την επιδίωξη πολιτιστικών σκοπών και την εξυπηρέτηση της θαλάσσιας αναψυχής, β) την προσωρινή (εποχιακή) πόντιση πλωτών φραγμάτων προστασίας των ακτών και των λουομένων από τη θαλάσσια ρύπανση ή σημαντήρων για την οριοθέτηση περιοχών κολυμβήσεως, γ) για την εκτέλεση έργων επί αιγιαλού και παραλίας, τα οποία είτε διευκολύνουν αποκλειστικά την πρόσβαση ατόμων με ειδικές ανάγκες, είτε επιβάλλονται για λόγους δημόσιας τάξεως ή ασφάλειας του κοινού, δ) για την εγκατάσταση προσωρινών μη πακτωμένων στο έδαφος κατασκευών, οι οποίες εξυπηρετούν εγκαταστάσεις ιχθυοκαλλιεργειών. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών, Περιβάλλοντος Χωροταξίας και Δημοσίων ΄Εργων και Εμπορικής Ναυτιλίας, η οποία θα εκδοθεί εντός προθεσμίας πέντε μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, καθορίζονται οι τεχνικές προδιαγραφές, τις οποίες πρέπει να πληρούν τα έργα ή οι εγκαταστάσεις και ο εξοπλισμός των περιπτώσεων της παρούσας παραγράφου. Δεν απαιτείται, επίσης, η διαδικασία, η οποία προβλέπεται στην παράγραφο 2 για την παραχώρηση θαλασσίου χώρου, αιγιαλού ή παραλίας προς διενέργεια ερευνητικών εργασιών, για την εκπόνηση μελετών και την πραγματοποίηση επιστημονικών μετρήσεων και παρατηρήσεων. Η παραχώρηση στις περιπτώσεις της παρούσας παραγράφου γίνεται με απόφαση της αρμόδιας Κτηματικής Υπηρεσίας, η οποία εκδίδεται κατόπιν σύμφωνης γνώμης του Υπουργού Εθνικής Άμυνας, του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας και γνώμης του οικείου Ο.Τ.Α. α΄ βαθμού. Ειδικά για την περίπτωση (γ) δεν απαιτείται η σύμφωνη γνώμη του Υπουργού Εθνικής Άμυνας. Για παραχωρήσεις τμημάτων αιγιαλού και παραλίας, τα οποία έχουν κηρυχθεί αρχαιολογικοί χώροι, μνημεία και ιστορικοί τόποι απαιτείται και η σύμφωνη γνώμη του Υπουργού Πολιτισμού μετά από γνωμοδότηση του οικείου Συμβουλίου, ενώ για προστατευόμενες περιοχές ιδιαίτερου κάλλους και ευπαθών οικοσυστημάτων απαιτείται η σύμφωνη γνώμη του Υπουργού Περιβάλλοντος Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων. Οι γνώμες της παρούσας παραγράφου διατυπώνονται εντός αποκλειστικής προθεσμίας τριών μηνών, άλλως λογίζονται ως θετικές.
8. Ζημίες που προκαλούνται από ανωτέρα βία επί υφισταμένων στον αιγιαλό ή την παραλία έργων και εγκαταστάσεων, εξαιτίας των οποίων δημιουργείται άμεσος κίνδυνος για το κοινό ή το περιβάλλον, επιτρέπεται να αποκαθίστανται με βάση εγκεκριμένη από τη Διεύθυνση Δημοσίων Εργων της οικείας Περιφέρειας τεχνική μελέτη, κατόπιν αδείας της οικείας Κτηματικής Υπηρεσίας, η οποία εκδίδεται με σύμφωνη γνώμη του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας και χωρίς την τήρηση της διαδικασίας της παραγράφου 2.
9. Έργα αποκαταστάσεως βαθών του πυθμένα του παρακείμενου σε λιμενικά έργα, τα οποία νομίμως υφίστανται, εκτελούνται με βάση εγκεκριμένη από τη Διεύθυνση Δημοσίων ΄Εργων της οικείας Περιφέρειας τεχνική μελέτη, κατόπιν αδείας της οικείας Κτηματικής Υπηρεσίας, η οποία εκδίδεται με σύμφωνη γνώμη των Υπουργών Εθνικής Άμυνας και Εμπορικής Ναυτιλίας και χωρίς την τήρηση της διαδικασίας της παραγράφου 2. Στη σχετική άδεια καθορίζεται και ο τρόπος διαθέσεως του υλικού, το οποίο αποκομίζεται από τον καθαρισμό του πυθμένα της θάλασσας.
10. Η κατασκευή των έργων δεν μπορεί να αρχίσει, εάν η απόφαση παραχωρήσεως ή η άδεια των παραγράφων 8 και 9 δεν κατατεθεί στην αρμόδια λιμενική αρχή και δεν εκδοθεί από αυτή σχετική, αστυνομικής φύσεως, άδεια.
11. Τα έργα του παρόντος άρθρου ανήκουν στο Δημόσιο, το οποίο μπορεί να τα καταργεί ή να τα μετατρέπει οποτεδήποτε για λόγους δημοσίου συμφέροντος και ασφάλειας ή εθνικής άμυνας χωρίς καμμία υποχρέωσή του για αποζημίωση ή για καταβολή της δαπάνης του ιδιώτη.

΄Αρθρο 14
Προστατευτικά έργα
1. Αν η Επιτροπή του άρθρου 5 διαπιστώσει ότι η ακτή διαβρώνεται από τη θάλασσα ή κατολισθαίνει το φυσικό έδαφος, επιτρέπεται η κατασκευή, κατά τις διατάξεις περί δημοσίων έργων, των αναγκαίων τεχνικών έργων στον αιγιαλό, την παραλία ή στη θάλασσα για την αποτροπή της διαβρώσεως ή της κατολισθήσεως.
2. Αν από τη διάβρωση ή την κατολίσθηση απειλείται κατά την κρίση της Επιτροπής του άρθρου 5 ιδιωτικό κτήμα, μπορεί να επιτραπεί στον κύριό του να κατασκευάσει με δαπάνη του προ της ιδιοκτησίας του, και με την επίβλεψη μηχανικού, ο οποίος έχει από το νόμο σχετικό δικαίωμα, τα παραπάνω προστατευτικά έργα. Η κατασκευή γίνεται με βάση μελέτη, η οποία έχει εγκριθεί από τη Διεύθυνση Δημοσίων Έργων της οικείας Περιφέρειας, η οποία έχει και τον έλεγχο του έργου.
3. Τα έργα του παρόντος άρθρου εκτελούνται κατόπιν αποφάσεως του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, εφαρμοζομένων ανάλογα των δύο τελευταίων εδαφίων της παραγράφου 2 του άρθρου 11 και των παραγράφων 2 και 11 του άρθρου 13.

΄Αρθρο 15
Παραχώρηση νησίδων του Δημοσίου και αβαθών θαλασσίων εκτάσεων
1. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, μετά από σύμφωνη γνώμη των Υπουργών Εθνικής Άμυνας, Εμπορικής Ναυτιλίας, Πολιτισμού, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Εργων, Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής για τις περιοχές της αρμοδιότητάς του, καθώς και του Υπουργού Γεωργίας, για σκοπούς που ανήκουν στην αρμοδιότητά του, επιτρέπεται η παραχώρηση, σύμφωνα με τις διατάξεις για τα δημόσια κτήματα, της χρήσεως νησίδων, υφάλων, σκοπέλων και αβαθών θαλασσίων εκτάσεων καθώς και του συνεχόμενου αιγιαλού και παραλίας για την εξυπηρέτηση σκοπών γεωργικών, κτηνοτροφικών (όπως εκτροφή ζώων, εγκατάσταση μελισσοκομείων, κοχλιοτροφείων), αλιευτικών, ναυταθλητικών, τουριστικών, αναπτύξεως της εθνικής οικονομίας, εθνικής άμυνας και ασφάλειας, περιβαλλοντικής έρευνας και για εγκατάσταση σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Οι Υπουργοί Εθνικής Άμυνας και Πολιτισμού με τη διατύπωση της γνώμης τους καθορίζουν και τους όρους της παραχωρήσεως. Για τις παραχωρήσεις για σκοπούς περιβαλλοντικής έρευνας εκδίδεται κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων.
2. Επιτρέπεται κατά τον ίδιο τρόπο και για τους σκοπούς της παραγράφου 1, αλλά χωρίς δημοπρασία, η κατά χρήση παραχώρηση νησίδων του Δημοσίου σε αγροτικούς, αγροτοβιομηχανικούς, γεωργικούς, κτηνοτροφικούς και αλιευτικούς συνεταιρισμούς, δημοτικές και κοινοτικές επιχειρήσεις του δημοτικού και κοινοτικού κώδικα.
3. Η παραχώρηση σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2 γίνεται μόνον εφόσον η συγκεκριμένη χρήση ή δραστηριότητα δεν αντίκειται σε συγκεκριμένο χωροταξικό σχεδιασμό ή ειδικές διατάξεις καθορισμού χρήσεων γης.
4. Για την εκτέλεση έργων στα πλαίσια της παραχωρήσεως του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις των άρθρων 11 και 13.
5. Η παραχώρηση της παραγράφου 1 γίνεται μετά από δημοπρασία, η οποία ενεργείται σύμφωνα με τις διατάξεις για τη μίσθωση δημοσίων κτημάτων. Είναι δυνατόν να γίνει και απευθείας παραχώρηση σε Ν.Π.Δ.Δ. ή επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας, αλλά και σε ιδιώτες, εφόσον όμως, στην τελευταία περίπτωση, προηγήθηκε η διενέργεια δύο τουλάχιστον άγονων δημοπρασιών σύμφωνα με αιτιολογημένη απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών. Τα πρακτικά δημοπρασίας υπόκεινται σε κάθε περίπτωση στην έγκριση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών.
6. Οι διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 11 έχουν ανάλογη εφαρμογή και στις παραχωρήσεις του παρόντος άρθρου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ
Ζώνες λιμένων, εκτέλεση έργων, παραχωρήσεις και διαχείριση ζωνών
Άρθρο 16
Ζώνη λιμένα
1. Σε κάθε παράκτια περιοχή, όπου κατά τις κείμενες διατάξεις συντρέχει λόγος δημιουργίας λιμένα, καθορίζεται έκταση ξηράς και θάλασσας, συνεχής ή διακεκομμένη, εντός της οποίας δύνανται να εκτελούνται, σύμφωνα με τις διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας, έργα, τα οποία απαιτούνται για την εξυπηρέτηση της εμπορικής, επιβατικής, ναυτιλιακής, τουριστικής και αλιευτικής κινήσεως και γενικότερα της εύρυθμης λειτουργίας του λιμένα. Η έκταση αυτή καλείται ζώνη λιμένα και διακρίνεται σε χερσαία και θαλάσσια. Τα όριά της καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών, Εθνικής Άμυνας, Περιβάλλοντος Χωροταξίας και Δημόσιων ΄Εργων, Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Πολιτισμού, Τουριστικής Ανάπτυξης και Εμπορικής Ναυτιλίας. Με την ίδια απόφαση ορίζεται και ο φορέας διοικήσεως και εκμεταλλεύσεως του λιμένα.
2. Ο καθορισμός του ανωτέρω ορίου γίνεται με πράσινη γραμμή σε τοπογραφικό υπόβαθρο, το οποίο περιέχει τα στοιχεία καθορισμού αιγιαλού, παραλίας και τυχόν υπάρχοντος παλαιού αιγιαλού και είναι ενημερωμένο βυθομετρικά μέχρι την ισοβαθή γραμμή των τριάντα μέτρων, κλίμακας τουλάχιστον 1:1000. Η θαλάσσια ζώνη κατ΄ εξαίρεση μπορεί να απεικονίζεται και σε διαφορετικό υπόβαθρο μικρότερης κλίμακας. Το υπόβαθρο συντάσσεται από τον ενδιαφερόμενο και ελέγχεται για την ακρίβεια της αποτυπώσεως από την αρμόδια Διεύθυνση Δημοσίων Έργων της οικείας Περιφέρειας. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων και Εμπορικής Ναυτιλίας καθορίζονται οι λεπτομέρειες εφαρμογής της παραγράφου αυτής.
3. Η κοινή υπουργική απόφαση της παραγράφου 1 δημοσιεύεται μαζί με το υπόβαθρο στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και αντίτυπο αυτής και του υποβάθρου διαβιβάζεται σε όλα τα Υπουργεία, στην αρμόδια Κτηματική Υπηρεσία, στην οικεία Τ.Υ.Δ.Κ., στην Κτηματολόγιο Α.Ε., και στην αρμόδια Πολεοδομική Υπηρεσία.
4. Για την τροποποίηση των ορίων της ζώνης λιμένα εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις των προηγουμένων παραγράφων κατόπιν αιτιολογημένης προτάσεως του φορέα διοικήσεως και εκμεταλλεύσεως λιμένα.
5. Τα έργα της παραγράφου 1 εντός της ζώνης λιμένα κατασκευάζονται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα της οικείας Περιφέρειας κατόπιν σύμφωνης γνώμης των Υπουργών Εθνικής Άμυνας, Πολιτισμού και Εμπορικής Ναυτιλίας με την επιφύλαξη των διατάξεων του ν. 3044/2002, όπως κάθε φορά ισχύουν. Η οριστική μελέτη των έργων αποστέλλεται, αμέσως μετά την έγκρισή της από τη Διεύθυνση Δημοσίων Έργων της οικείας Περιφέρειας, με ευθύνη του αρμόδιου φορέα διοικήσεως και εκμεταλλεύσεως λιμένα στην αρμόδια Κτηματική Υπηρεσία. Για την έναρξη εκτελέσεως των έργων απαιτείται άδεια αστυνομικής φύσεως της αρμόδιας λιμενικής αρχής.
6. Έργα επισκευής, συντηρήσεως και αποκαταστάσεως ζημιών σε υφιστάμενες επιδομές, πλην κτηρίων, εντός της χερσαίας ζώνης λιμένα, τα οποία δεν μεταβάλλουν τα γεωμετρικά χαρακτηριστικά τους, είναι δυνατό να εκτελούνται με απόφαση του φορέα διοικήσεως και εκμεταλλεύσεως λιμένα μετά από έγκριση του Γενικού Γραμματέα της οικείας Περιφέρειας κατόπιν σύμφωνης γνώμης του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας.

Άρθρο 17
Χερσαία ζώνη Λιμένα
1. Η χερσαία ζώνη λιμένα αποτελείται από τον αιγιαλό και τους συνεχόμενους παράκτιους χώρους, οι οποίοι είναι αναγκαίοι για την εκτέλεση των έργων, τα οποία αναφέρονται στο προηγούμενο άρθρο. Όπου υπάρχει σχέδιο πόλεως, το όριο της χερσαίας ζώνης δεν μπορεί να υπερβεί την πλησιέστερη ρυμοτομική γραμμή του εγκεκριμένου σχεδίου πόλεως. Όπου δεν υπάρχει σχέδιο ρυμοτομίας, το όριο της χερσαίας ζώνης καθορίζεται με ανάλογη εφαρμογή της παραγράφου 7 του άρθρου 8.
2. Όπου υπάρχει εγκεκριμένο σχέδιο πόλεως και η χερσαία ζώνη είναι ανεπαρκής για τις ανάγκες του λιμένα, τότε αυτή μπορεί να επεκταθεί και πέραν του ορίου της παραγράφου 1, με την προϋπόθεση ότι προηγούμενα θα τροποποιηθεί το εγκεκριμένο σχέδιο πόλεως σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις. Οι κατά τις διατάξεις αυτές υποχρεώσεις των Ο.Τ.Α. λόγω ρυμοτομίας βαρύνουν τον αρμόδιο φορέα διοικήσεως και εκμεταλλεύσεως λιμένα.
3. Σε διώρυγες ή στενές θάλασσες η χερσαία ζώνη μπορεί να επεκταθεί και στην απέναντι ακτή, εφόσον αυτή δεν περιλαμβάνεται στην περιοχή άλλου φορέα διοικήσεως και εκμεταλλεύσεως λιμένα.
4. Επιτρέπεται με δαπάνες του φορέα διοικήσεως και εκμεταλλεύσεως λιμένα η περίφραξη ολόκληρης ή μέρους της χερσαίας ζώνης λιμένα. Τα τμήματα που περιφράσσονται και ο τρόπος περιφράξεως καθορίζονται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας μετά από πρόταση του φορέα διοικήσεως και εκμεταλλεύσεως λιμένα ή της αρμόδιας λιμενικής αρχής, με έγκριση της Επιτροπής Αρχιτεκτονικού Ελέγχου (ΕΠ.Α.Ε.) και σύμφωνη γνώμη του Υπουργού Εθνικής Άμυνας και του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας. Οι γνώμες αυτές παρέχονται εντός αποκλειστικής προθεσμίας δύο μηνών από την παραλαβή του σχετικού φακέλου, άλλως λογίζονται ως θετικές.

Άρθρο 18
Θαλάσσια ζώνη λιμένα
1. Ως θαλάσσια ζώνη λιμένα ορίζεται η μέχρι αποστάσεως οκτακοσίων μέτρων από τις ακτές της χερσαίας ζώνης θαλάσσια έκταση, στην οποία περιλαμβάνονται προβλήτες, λιμενοβραχίονες και λοιπά λιμενικά έργα, τα οποία έχουν κατασκευασθεί εντός της θάλασσας και εξυπηρετούν ή προστατεύουν τον λιμένα.
2. Αν η θαλάσσια ζώνη λιμένα είναι αβαθής, δύναται να επεκταθεί και πέραν της γραμμής των οκτακοσίων μέτρων μέχρι να συναντήσει την ισοβαθή γραμμή των τριάντα μέτρων.
3. Λιμενικά έργα, τα οποία είναι δυνατό να επηρεάζουν, κατά την κρίση της αρχής που εκδίδει την απόφαση εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων, τη θαλάσσια ζώνη, εκτελούνται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 13 κατόπιν γνώμης και του φορέα διοικήσεως και εκμεταλλεύσεως λιμένα, η οποία διατυπώνεται εντός αποκλειστικής προθεσμίας δύο μηνών.
Άρθρο 19
Καθεστώς χερσαίων χώρων ζώνης λιμένα
1. Οι χώροι και όλα γενικά τα κτήματα, τα οποία περιλαμβάνονται στη ζώνη λιμένα, είναι κοινόχρηστα και ανήκουν κατά κυριότητα στο Δημόσιο, η χρήση όμως και η εκμετάλλευσή τους ανήκει στον οικείο φορέα διοικήσεως και εκμεταλλεύσεως λιμένα. Αν στη ζώνη λιμένα περιλαμβάνονται ιδιωτικά κτήματα, απαλλοτριώνονται αναγκαστικά για λόγους δημόσιας ωφέλειας υπέρ του Δημοσίου με δαπάνες του αρμοδίου φορέα διοικήσεως και εκμεταλλεύσεως λιμένα.
2. Οι κατά τον καθορισμό ή την επέκταση ζώνης λιμένα νόμιμες παραχωρήσεις χρήσεως ή μισθώσεις χώρων εντός αυτής, εφόσον εξυπηρετούνται λιμενικοί σκοποί, δεν θίγονται και υποκαθίσταται ο φορέας διοικήσεως και εκμεταλλεύσεως του λιμένα στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του Δημοσίου, των Ο.Τ.Α. και των άλλων Ν.Π.Δ.Δ. Οι διατάξεις περί εμπορικών μισθώσεων δεν εφαρμόζονται για τους χώρους της χερσαίας και θαλάσσιας ζώνης λιμένα.
3. Ολες οι λοιπές παραχωρήσεις χρήσεως ή μισθώσεις συνεχίζονται επ' ονόματι του Δημοσίου, εφόσον δεν παραβλάπτεται η εξυπηρέτηση του λιμένα ή δεν πρόκειται να εκτελεσθούν λιμενικά έργα στους χώρους, τους οποίους καταλαμβάνουν αυτές, διαφορετικά λύονται αζημίως για το Δημόσιο. Για τη συνέχιση ή λύση τους αποφασίζουν ο Υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών και ο καθ' ύλην αρμόδιος Υπουργός. Η λύση επέρχεται από την κοινοποίηση, σύμφωνα με το ν. 2717/1999 (ΦΕΚ Α΄97) "Κώδικας Διοικητικής Δικονομίας", της αποφάσεως του προηγουμένου εδαφίου στον παραχωρησιούχο ή το μισθωτή. Αν τα πρόσωπα αυτά έχουν καταστεί αγνώστου διαμονής, η κοινοποίηση της αποφάσεως του προηγουμένου εδαφίου γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 84 του Ν.Δ. 356/1974 "Περί Κώδικος εισπράξεως δημοσίων εσόδων".
4. Αν μειωθεί ή καταργηθεί η ζώνη λιμένα, οι υφιστάμενες μισθώσεις ή παραχωρήσεις χρήσεως συνεχίζονται μέχρι τη λήξη του συμβατικού χρόνου και το Δημόσιο υποκαθίσταται στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του παραχωρήσαντος ή εκμισθωτή.

΄Αρθρο 20
Παραχωρήσεις χώρων ζώνης λιμένα
1. Επιτρέπεται με απόφαση του φορέα διοικήσεως και εκμεταλλεύσεως λιμένα, η οποία εγκρίνεται από το Γενικό Γραμματέα της οικείας Περιφέρειας, μετά από σύμφωνη γνώμη του Υπουργού Εθνικής Άμυνας και του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας, να παραχωρείται με αντάλλαγμα και για ορισμένο χρονικό διάστημα η χρήση χώρων που βρίσκονται εντός της ζώνης λιμένα. Προϋπόθεση για την έκδοση της πράξεως παραχωρήσεως είναι, αν αυτή προβλέπει και το δικαίωμα εκτελέσεως έργων, η προηγούμενη έγκριση περιβαλλοντικών όρων σύμφωνα με τις κείμενες κατά περίπτωση διατάξεις. Αν πρόκειται για παραχωρήσεις σε ζώνες λιμένων, των οποίων οι μελέτες επιβλέπονται από το Υπουργείο Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων ΄Εργων (εθνικής ή μείζονος σημασίας κ.λπ.) και συνοδεύονται από έργα, απαιτείται και σύμφωνη γνώμη του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων ΄Εργων. Για παραχώρηση χώρων της ζώνης λιμένα σε βιομηχανικές μονάδες, εγκαταστάσεις πετρελαιοειδών, μεταλλευτικές, λατομικές επιχειρήσεις και επιχειρήσεις βιομηχανικών ορυκτών απαιτείται και σύμφωνη γνώμη του Υπουργού Ανάπτυξης. Οι γνώμες αυτές διατυπώνονται εντός αποκλειστικής προθεσμίας δύο μηνών, άλλως λογίζονται ως θετικές. Στην απόφαση παραχωρήσεως καθορίζεται το αντάλλαγμα για τη χρήση των παραπάνω χώρων, καθώς και οι λοιποί όροι της παραχωρήσεως.
2. Για παραχωρήσεις χρήσεως των χώρων της χερσαίας ζώνης λιμένα χρονικής διάρκειας μικρότερης των τριών ετών, οι οποίες δεν συνοδεύονται από οποιοδήποτε έργο, δεν απαιτούνται οι γνώμες των Υπουργών Εθνικής Άμυνας και Εμπορικής Ναυτιλίας, αλλά μόνο απόφαση του αρμόδιου φορέα διοικήσεως και εκμεταλλεύσεως λιμένα, η οποία εγκρίνεται από το Γενικό Γραμματέα της Περιφέρειας.
3. Ειδικά για χώρους της χερσαίας ζώνης λιμένα αρμοδιότητας Οργανισμών Λιμένων Α.Ε., οι παραχωρήσεις τους εγκρίνονται από το Διοικητικό Συμβούλιό τους, εφόσον δεν συνοδεύονται από οποιοδήποτε έργο μόνιμης φύσεως, άλλως απαιτείται η προηγούμενη έγκριση του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας.
4. Αν η παραχώρηση γίνεται σε αλλοδαπό φυσικό ή νομικό πρόσωπο, εφαρμόζονται οι διατάξεις του ν. 2322/1953 (ΦΕΚ Α΄66 ).
5. Επιτρέπεται η χρησιμοποίηση από το Δημόσιο, χωρίς αντάλλαγμα, χώρων της ζώνης του λιμένα για τη στέγαση υπηρεσιών ή την ανέγερση δημόσιων καταστημάτων για την εύρυθμη λειτουργία του λιμένα, ιδίως Τελωνείων, Λιμενικών Αρχών, Υγειονομείων, Γραφείων Πλοηγικής Υπηρεσίας, Πυροσβεστικών Σταθμών, καθώς και εγκαταστάσεων κάθε είδους για τις αμυντικές ανάγκες της χώρας. Με απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Εμπορικής Ναυτιλίας και του καθ' ύλην αρμόδιου Υπουργού, η οποία εκδίδεται, αφού ληφθούν υπόψη οι απόψεις του φορέα διοικήσεως και εκμεταλλεύσεως του λιμένα, καθορίζονται οι χώροι που μπορούν να χρησιμοποιηθούν από το Δημόσιο σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο.
6. Χώροι μέσα στη ζώνη λιμένα, οι οποίοι δεν είναι άμεσα αναγκαίοι για τη λειτουργία του, κατά την περί τούτου κρίση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών και του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας, μπορούν να εκμισθώνονται από το Δημόσιο σύμφωνα με τις διατάξεις περί διοικήσεως δημοσίων κτημάτων, αφού ληφθούν υπόψη οι απόψεις του φορέα διοικήσεως και εκμεταλλεύσεως λιμένα. Κατά τον ίδιο τρόπο γίνεται η διαχείριση από το Δημόσιο και των εντός του λιμένα νομημάτων θαλάσσης και παραλίας, όπως λουτρών, ιχθυοτροφείων, αλυκών κ.λπ., εφόσον η άσκησή τους δεν παρακωλύει τη λειτουργία του λιμένα κατά τη σχετική απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας και του καθ' ύλην αρμόδιου Υπουργού.
7. Χώροι της παραγράφου 6, οι οποίοι υπάγονται στη δικαιοδοσία φορέων διοικήσεως και εκμεταλλεύσεως λιμένα που έχουν μετατραπεί ή μετατρέπονται σε ανώνυμες εταιρείες κοινής ωφέλειας, εκμισθώνονται από τις εταιρείες αυτές σύμφωνα με τις διατάξεις της νομοθεσίας, που τις διέπει.
8. Χώροι της παραγράφου 6 μπορούν να παραχωρούνται κατά τις διατάξεις της παραγράφου 2 σε Ο.Τ.Α. α' και β' βαθμού, και να εκμισθώνονται από τους οργανισμούς αυτούς σύμφωνα με τις διατάξεις της νομοθεσίας που τους διέπει.

Άρθρο 21
Προγραμματικές συμβάσεις φορέων διοικήσεως
και εκμεταλλεύσεως λιμένα
1. Για τη μελέτη προγραμμάτων αναπτύξεως και εκτελέσεως λιμενικών έργων στη ζώνη λιμένα, καθώς και για την παροχή υπηρεσιών στη ζώνη αυτή οι φορείς διοικήσεως και εκμετελλεύσεως λιμένων μπορούν να συνάπτουν προγραμματικές συμβάσεις με τους Ο.Τ.Α. ή άλλους φορείς του δημοσίου τομέα. Στις συμβάσεις αυτές είναι δυνατή η συμμετοχή και επιχειρήσεων των Ο.Τ.Α., Συνδέσμων Δήμων και Κοινοτήτων, συνεταιρισμών, επιμελητηρίων και επιστημονικών φορέων δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου που εποπτεύονται από το Δημόσιο.
2. Οι προγραμματικές συμβάσεις εγκρίνονται από τον Γενικό Γραμματέα της Περιφέρειας μετά από σύμφωνη γνώμη των Υπουργών Εθνικής Άμυνας και Εμπορικής Ναυτιλίας. Οι όροι και οι προϋποθέσεις των προγραμματικών συμβάσεων καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Εμπορικής Ναυτιλίας.
3. Στις προγραμματικές συμβάσεις ορίζονται το έργο, τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των συμβαλλομένων, οι πόροι που θα διατεθούν, τα ποσά χρηματοδοτήσεως, τα χρονοδιαγράμματα εκτελέσεως των έργων ή των προγραμμάτων ή παροχής υπηρεσιών, καθώς και το αρμόδιο διοικητικό όργανο επιλύσεως τυχόν διαφορών που θα προκύψουν.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΕΜΠΤΟ
Προστασία, κυρώσεις και τελικές διατάξεις

΄Αρθρο 22
Προστασία αιγιαλού, παραλίας και άλλων χώρων
1. Οι διατάξεις για την προστασία των δημοσίων κτημάτων, όπως ισχύουν κάθε φορά, έχουν εφαρμογή και στον αιγιαλό, την παραλία, τον παλαιό αιγιαλό και στους χώρους της ζώνης λιμένα.
2. Τα πάσης φύσεως κτίσματα και γενικά κατασκευάσματα, τα οποία έχουν εν όλω ή εν μέρει ανεγερθεί ή θα ανεγερθούν χωρίς άδεια στον αιγιαλό ή την παραλία, μετά τον καθορισμό και τη συντέλεση των απαλλοτριώσεων των άρθρων 7 και 8, κατεδαφίζονται, ανεξάρτητα από το χρόνο ανεγέρσεώς τους ή αν κατοικούνται ή άλλως πως χρησιμοποιούνται. Εξαιρούνται κτίσματα και κατασκευάσματα, τα οποία έχουν ήδη πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου χαρακτηρισθεί διατηρητέα. Για την κατεδάφιση εκδίδεται από τον προϊστάμενο της αρμόδιας Κτηματικής Υπηρεσίας πρωτόκολλο, το οποίο κοινοποιείται, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2717/1999 "Κώδικας Διοικητικής Δικονομίας", στο φερόμενο κύριο ή νομέα ή κάτοχο ή αυτόν, ο οποίος έχει κατασκευάσει αυθαίρετα το κτίσμα ή κατασκεύασμα, ο οποίος οφείλει εντός τριάντα ημερών από την κοινοποίηση να κατεδαφίσει τα κτίσματα και να άρει τα πάσης φύσεως κατασκευάσματα.
3. Αν είναι άγνωστη η ταυτότητα των προσώπων της προηγουμένης παραγράφου η Κτηματική Υπηρεσία δημοσιεύει πρόσκληση προς οποιονδήποτε γνωρίζει σχετικά για να γνωστοποιήσει στην υπηρεσία την ταυτότητά τους. Η πρόσκληση δημοσιεύεται σε μία ημερήσια τοπική εφημερίδα, αν εκδίδεται στην περιοχή της αυθαίρετης κατασκευής, και σε μία ημερήσια πολιτική εφημερίδα πανελλήνιας κυκλοφορίας, η οποία εκδίδεται στην Αθήνα. Μετά την άπρακτη πάροδο τριάντα ημερών από την τελευταία δημοσίευση εκδίδεται το πρωτόκολλο κατεδαφίσεως κατά αγνώστου.
4. Αν είναι άγνωστη η διεύθυνση κατοικίας ή διαμονής του προσώπου, προς το οποίο κοινοποιείται το πρωτόκολλο ή αυτό είναι κάτοικος αλλοδαπής, η κοινοποίηση γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 84 του ν.δ. 356/1974 "Περί Κώδικος εισπράξεως δημοσίων εσόδων".
5. Σε κάθε περίπτωση το πρωτόκολλο κατεδαφίσεως τοιχοκολλάται στο υπό κατεδάφιση κτίσμα ή κατασκευή και στο κατάστημα του δήμου ή της κοινότητας, στην περιοχή του οποίου αυτό βρίσκεται. Για την τοιχοκόλληση συντάσσεται έκθεση από το δημόσιο, δημοτικό ή κοινοτικό υπάλληλο που την ενήργησε, η οποία αποστέλλεται στην Κτηματική Υπηρεσία.
6. Το πρωτόκολλο κατεδαφίσεως εκτελείται από το Γενικό Γραμματέα της οικείας Περιφέρειας, σύμφωνα με τις πολεοδομικές διατάξεις, εντός τεσσάρων μηνών από την κοινοποίηση και τοιχοκόλλησή του. Σε περίπτωση αδυναμίας η κατεδάφιση ενεργείται με τεχνική υποστήριξη, η οποία διατίθεται από την Τεχνική Υπηρεσία της αρμόδιας Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως ύστερα από αίτημα του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας. Η δαπάνη κατεδαφίσεως βαρύνει εις ολόκληρο τα πρόσωπα της παραγράφου 2 και εισπράττεται ως δημόσιο έσοδο κατά τις διατάξεις περί εισπράξεως δημοσίων εσόδων.
7. Τα χωρίς άδεια ή καθ' υπέρβαση της άδειας έργα και γενικά οι κατασκευές μέσα στη ζώνη λιμένα ή στη θάλασσα αίρονται και απομακρύνονται ανεξάρτητα από τον τρόπο χρησιμοποιήσεώς τους. Εξαιρούνται κτίσματα και κατασκευάσματα, τα οποία έχουν ήδη πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου χαρακτηρισθεί διατηρητέα. Προς τούτο η Κτηματική Υπηρεσία, μετά από πρόταση της αρμόδιας λιμενικής αρχής, συντάσσει πρωτόκολλο κατεδαφίσεως, άρσεως και απομακρύνσεως των παραπάνω έργων ή κατασκευών. Για το πρωτόκολλο αυτό και την εκτέλεσή του εφαρμόζονται ανάλογα οι παράγραφοι 2 έως και 6. Η τοιχοκόλληση του πρωτοκόλλου γίνεται μόνο στο αρμόδιο Λιμεναρχείο. Αν από τα πιο πάνω έργα ή κατασκευές μέσα στη θάλασσα δημιουργείται, κατά την περί τούτου κρίση της αρμόδιας λιμενικής αρχής, κίνδυνος για την ασφαλή διεξαγωγή της ναυσιπλοϊας, η προθεσμία της παραγράφου 6 για την εκτέλεση του πρωτοκόλλου περιορίζεται σε επτά ημέρες.
8. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων ΄Εργων και Εμπορικής Ναυτιλίας καθορίζεται ο τρόπος κατεδαφίσεως και κάθε άλλη λεπτομέρεια για την εφαρμογή του άρθρου αυτού. Με την απόφαση αυτή μπορεί να προβλεφθεί η εκτέλεση του πρωτοκόλλου από υπηρεσία του Δημοσίου ή του οικείου φορέα διοικήσεως και εκμεταλλεύσεως λιμένα, ως και η ανάθεση της υλοποιήσεώς της σε ιδιωτικό φορέα.

΄Αρθρο 23
Ποινικές και διοικητικές κυρώσεις
1. Όποιος χωρίς άδεια ή με υπέρβαση αυτής ή με άδεια που εκδίδεται κατά παράβαση του νόμου αυτού επιφέρει στον αιγιαλό, την παραλία, τη θάλασσα, τον πυθμένα, τη ζώνη λιμένα, τη μεγάλη λίμνη, πλεύσιμο ποταμό, όχθη ή παρόχθια ζώνη μεγάλης λίμνης ή πλεύσιμου ποταμού οποιαδήποτε μεταβολή με την κατασκευή, τροποποίηση ή καταστροφή έργων ή του εδάφους ή του πυθμένα με τη λήψη χώματος, λίθων ή άμμου ή με οποιονδήποτε άλλον τρόπο, ανεξάρτητα αν με τον τρόπο αυτόν επήλθε ζημιά σε οποιονδήποτε, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον δύο ετών και με χρηματική ποινή από δέκα χιλιάδες ευρώ μέχρι εκατό χιλιάδες ευρώ. Αν ο υπαίτιος είναι υπότροπος, μετατροπή ή αναστολή της ποινής δεν επιτρέπεται. Αν από την πράξη του πρώτου εδαφίου επήλθε σοβαρή αλλοίωση ή καταστροφή των παραπάνω ζωνών, επιβάλλεται κάθειρξη.
2. Στον παραβάτη επιβάλλεται επίσης από την οικεία λιμενική αρχή, ανεξάρτητα της ποινικής ευθύνης, πρόστιμο ύψους τουλάχιστον δέκα χιλιάδες ευρώ και μέχρι εκατό χιλιάδες ευρώ. Αν από την πράξη προκλήθηκε σοβαρή αλλοίωση ή καταστροφή των παραπάνω ζωνών, επιβάλλεται από τον Υπουργό Εμπορικής Ναυτιλίας, κατόπιν προτάσεως της οικείας λιμενικής αρχής, πρόστιμο ύψους μέχρι τετρακόσιες χιλιάδες ευρώ. Αν από τις παράνομες επεμβάσεις προκαλείται ευρείας εκτάσεως καταστροφή στο φυσικό περιβάλλον, το παραπάνω πρόστιμο μπορεί να ανέλθει μέχρι του ποσού των οκτακοσίων χιλιάδων ευρώ. Αν παρέλθει άπρακτη η προθεσμία της παραγράφου 2 του προηγουμένου άρθρου, επιβάλλεται και πρόστιμο ύψους από χίλια ευρώ και μέχρι τρεις χιλιάδες ευρώ για κάθε ημέρα υπερβάσεως της προθεσμίας. Τα παραπάνω ποσά μπορεί να αναπροσαρμόζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Εμπορικής Ναυτιλίας. Για τη διαδικασία επιβολής των προστίμων εφαρμόζονται οι διατάξεις της παραγράφου 23 του άρθρου 3 του ν.2242/1994, όπως ισχύουν κάθε φορά .
3. Με την ποινή της φυλακίσεως της παραγράφου 1 τιμωρούνται και όσοι υπάλληλοι εκδίδουν άδεια κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος νόμου.
4. Τρίτος που κατά παράβαση της παραγράφου 3 του άρθρου 11 και της παραγράφου 6 του άρθρου 13 κάνει οποιαδήποτε χρήση των εκεί εγκαταστάσεων ή γενικά έργων, τιμωρείται με την ποινή της φυλακίσεως της παραγράφου 1 και με πρόστιμο ισόποσο με το λιμενικό τέλος, το οποίο καταβάλλεται στον πλησιέστερο λιμένα για τη χρήση παρόμοιων έργων ή λιμενικών εγκαταστάσεων, το οποίο βεβαιώνεται σε βάρος του αυθαίρετου χρήστη με απόφαση, άμεσα εκτελεστή, της αρμόδιας λιμενικής αρχής και εισπράττεται σύμφωνα με το ν.δ. 356/1974 "Περί Κώδικος εισπράξεως δημοσίων εσόδων".

΄Αρθρο 24
΄Εργα και εγκαταστάσεις που υπάρχουν στον αιγιαλό, την παραλία και τη ζώνη λιμένα
1. Μετά τη λήξη συμβάσεως που έχει συναφθεί από το Δημόσιο, τον Ε.Ο.Τ., τη Γ.Γ.Α. ή τους Ο.Τ.Α. με τρίτους ή τη λήξη παραχωρήσεως του Δημοσίου κατ' εφαρμογή διατάξεων αναπτυξιακών νόμων, που αφορούν τεχνικά έργα, τα οποία έχουν γίνει μέσα στον αιγιαλό ή την παραλία και έχουν εκτελεσθεί ύστερα από άδεια αρμόδιας αρχής, ο Υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών και ο καθ' ύλην αρμόδιος Υπουργός, ύστερα από γνώμη του αρμόδιου κατά περίπτωση Νομαρχιακού, Περιφερειακού ή Κεντρικού Συμβουλίου Χ.Ο.Π., της αρμόδιας Υπηρεσίας του Υπουργείου Πολιτισμού, του αρμόδιου κατά τόπο Ο.Τ.Α., σε περίπτωση δε έργων εντός της θάλασσας και σύμφωνη γνώμη των Υπουργών Εθνικής Άμυνας και Εμπορικής Ναυτιλίας, αποφασίζουν αιτιολογημένα για τη διατήρηση ή όχι αυτών και καθορίζουν τη χρήση τους.
2. Οι λεπτομέρειες εφαρμογής της προηγουμένης παραγράφου καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών ή αν αφορούν βιομηχανικές και τουριστικές μονάδες, εγκαταστάσεις πετρελαιοειδών, επιχειρήσεις μεταλλευτικών, λατομικών και βιομηχανικών ορυκτών, με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και του αρμόδιου κατά περίπτωση Υπουργού Ανάπτυξης ή Τουριστικής Ανάπτυξης.
3. Για έργα τα οποία έχουν γίνει πριν από την ισχύ του παρόντος νόμου στον αιγιαλό, την παραλία ή τη θάλασσα, χωρίς άδεια ή με υπέρβαση αυτής, είναι δυνατό μετά από αιτιολογημένη κρίση της Διοικήσεως, να εκδοθεί γι' αυτά η σχετική άδεια κατά τη διαδικασία του άρθρου 13, εφόσον συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις εκδόσεως της άδειας αυτής και υποβληθεί προς τούτο αίτηση στην αρμόδια Κτηματική Υπηρεσία εντός ανατρεπτικής προθεσμίας δώδεκα μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου. Η αίτηση αυτή συνοδεύεται από πλήρη φάκελο σύμφωνα με το άρθρο 13. Για τη νομιμοποίηση των παραπάνω έργων καταβάλλεται προηγούμενα αποζημίωση για την αυθαίρετη χρήση του αιγιαλού ή της παραλίας ή του θαλασσίου χώρου, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.
4. Οι διατάξεις της προηγουμένης παραγράφου, πλην του τελευταίου εδαφίου της, εφαρμόζονται και για τα έργα, τα οποία έχουν κατασκευασθεί στον αιγιαλό, την παραλία ή τη θάλασσα μέχρι την ισχύ του παρόντος νόμου από το Δημόσιο, Ν.Π.Δ.Δ., Ο.Τ.Α. και Ν.Π.Ι.Δ. ναυταθλητικού χαρακτήρα, τα οποία εποπτεύονται από τη Γ.Γ.Α.
5. Έργα ή εγκαταστάσεις που έχουν γίνει πριν από την ισχύ του παρόντος νόμου εντός ζώνης λιμένα, χωρίς άδεια ή με υπέρβαση αυτής, είναι δυνατό να νομιμοποιηθούν με αιτιολογημένη κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Εμπορικής Ναυτιλίας μετά από σύμφωνη γνώμη της Ε.Σ.Α.Λ, εφόσον συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις εκδόσεως της άδειας αυτής και υποβληθεί προς τούτο αίτηση του οικείου φορέα διοικήσεως και εκμεταλλεύσεως λιμένα εντός ανατρεπτικής προθεσμίας δώδεκα μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, η οποία συνοδεύεται από πλήρη φάκελο σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.
6. Ειδικά τα κτήρια, τα οποία έχουν ανεγερθεί πριν από την ισχύ του παρόντος νόμου εντός ζώνης λιμένα χωρίς άδεια ή με υπέρβαση αυτής, είναι δυνατό να νομιμοποιούνται, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις της προηγουμένης παραγράφου, με απόφαση της οικείας Πολεοδομικής Αρχής, η οποία εκδίδεται κατόπιν σύμφωνης γνώμης της ΕΣΑΛ. Η σχετική αίτηση και μελέτη του οικείου φορέα διοικήσεως και εκμεταλλεύσεως λιμένα υποβάλλεται στην ΕΣΑΛ εντός της ίδιας ανατρεπτικής προθεσμίας.

Άρθρο 25
Εναρμόνιση καθεστώτος Δωδεκανήσου
1. Κατά την εφαρμογή του Κεφαλαίου Πρώτου του παρόντος νόμου στις εκτός ρυμοτομικού σχεδίου ή ορίων οικισμού περιοχές της Δωδεκανήσου, στις οποίες έχει καθορισθεί αιγιαλός και παραλία, ισχύουν οι ακόλουθες ρυθμίσεις:
α) Η οικεία Κτηματική Υπηρεσία κινεί τη διαδικασία επανακαθορισμού του αιγιαλού σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 5. Ταυτόχρονα με τον επανακαθορισμό του αιγιαλού οριοθετείται ως παραλία η ζώνη πλάτους δώδεκα μέτρων, η οποία προστίθεται στη ζώνη του αιγιαλού, χωρίς να απαιτείται η τήρηση των διατάξεων του άρθρου 9. Ο επανακαθορισμός γίνεται από την Επιτροπή του άρθρου 5 σε οριζοντιογραφικό – υψομετρικό υπόβαθρο (τοπογραφικό ή φωτογραμμετρικό διάγραμμα ή ορθοφωτοχάρτη), το οποίο έχει συνταχθεί σε κλίμακα τουλάχιστον 1:1000, είναι εξαρτημένο από το ενιαίο κρατικό σύστημα αναφοράς συντεταγμένων, αναφέρεται σε μήκος ακτής τουλάχιστον πεντακοσίων μέτρων ή περισσοτέρων, εφόσον το τμήμα το οποίο απομένει μέχρι το επόμενο καθορισμένο τμήμα δεν υπερβαίνει τα διακόσια μέτρα.
β) Το υπόβαθρο και η έκθεση της Επιτροπής επικυρώνονται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου, κατόπιν σύμφωνης γνώμης του Υπουργού Εθνικής Άμυνας, η οποία παρέχεται μόνο για ζητήματα αρμοδιότητάς του. Με την ίδια απόφαση αποχαρακτηρίζεται η ζώνη της παραλίας του Κυβερνητικού Διατάγματος 132/1929 περί Κτηματολογικού Κανονισμού Δωδεκανήσου, η οποία εκτείνεται μεταξύ της οριογραμμής της επανακαθοριζόμενης παραλίας και του ορίου της εγγύτερης προς τη θάλασσα κτηματολογικής μερίδας, και χαρακτηρίζεται και καταγράφεται ως δημόσιο κτήμα, το οποίο ανήκει στην ιδιωτική περιουσία του Δημοσίου.
γ) Η απόφαση του Γενικού Γραμματέα δημοσιεύεται μαζί με το υπόβαθρο και την έκθεση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και μεταγράφονται στο οικείο κτηματολογικό γραφείο.
2. Η απόφαση της προηγουμένης παραγράφου διαβιβάζεται στο Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών, η αρμόδια υπηρεσία του οποίου ενημερώνει τη βάση γεωγραφικών δεδομένων, το μητρώο παράκτιας ζώνης και ειδική ιστοσελίδα στο διαδίκτυο.
3. Οι διατάξεις Κ.Δ. 132/1929 περί Κτηματολογικού Κανονισμού Δωδεκανήσου, οι οποίες διατηρήθηκαν σε ισχύ με το άρθρο 8 του ν. 510/1947 (ΦΕΚ Α΄ 298), κατά το μέρος που είναι αντίθετες προς τις διατάξεις του παρόντος νόμου καταργούνται.

Άρθρο 26
Ανάλογη εφαρμογή διατάξεων.
1. Οι διατάξεις των άρθρων 2 έως και 24 εφαρμόζονται ανάλογα και για τις όχθες, τις παλαιές όχθες, τις παρόχθιες ζώνες των μεγάλων λιμνών και των πλεύσιμων ποταμών, καθώς και για το αμιγώς υδάτινο στοιχείο αυτών, με τις ακόλουθες παρεκκλίσεις: α) στην Επιτροπή του άρθρου 5 αντί του Λιμενάρχη συμμετέχει, ως μέλος, υπάλληλος της Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως με ειδικότητα γεωπόνου, ιχθυολόγου ή δασολόγου, β) δεν απαιτείται η γνώμη του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας για τις παραχωρήσεις του Κεφαλαίου Γ΄ και γ) τα πρόστιμα της παραγράφου 1 του άρθρου 23 επιβάλλονται από την αρμόδια κατά τόπο Κτηματική Υπηρεσία.
2. Σε διώρυγες, διαύλους, τεχνητούς λιμένες, που δημιουργούνται από φυσικά ή τεχνητά αίτια στην ξηρά με είσοδο της θάλασσας και είναι πλεύσιμοι, εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις του παρόντος νόμου.

΄Αρθρο 27
Μεταβατικές και καταργούμενες διατάξεις
1. Εκκρεμείς κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου διοικητικές διαδικασίες καθορισμού αιγιαλού, παλαιού αιγιαλού και παραλίας, για τις οποίες έχει εκδοθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 5 του ν. 2971/2001 (ΦΕΚ Α΄ 285) η σύμφωνη γνώμη του ΓΕΝ, προωθούνται για κύρωση σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 6, 8 και 9 του άρθρου 6. Στις λοιπές εκκρεμείς υποθέσεις ο καθορισμός του αιγιαλού και του παλαιού αιγιαλού ολοκληρώνεται κατά προτεραιότητα σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 5 και 6, από το στάδιο στο οποίο βρίσκεται η διαδικασία.
2. Εκκρεμείς διοικητικές διαδικασίες καθορισμού αιγιαλού, παλαιού αιγιαλού και παραλίας κατά την ημερομηνία κατά την οποία ο Φορέας προβαίνει στη γνωστοποίηση της παραγράφου 8 του άρθρου 4 καταργούνται.
3. ΄Εγχρωμοι ψηφιακοί ορθοφωτοχάρτες κλίμακας τουλάχιστον 1:1000, οι οποίοι είναι εξαρτημένοι από το ενιαίο κρατικό σύστημα αναφοράς συντεταγμένων, απεικονίζουν παράκτια ζώνη πλάτους τουλάχιστον τριακοσίων μέτρων από την ακτή, παρέχουν υψομετρική πληροφορία και πληρούν τις ελάχιστες απαιτούμενες προδιαγραφές σύμφωνα με την περί τούτου κρίση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών, Περιβάλλοντος Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, είναι δυνατό να χρησιμοποιούνται για την οριοθέτηση του αιγιαλού και του παλαιού αιγιαλού σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 4.
4. Εξακολουθούν να διέπονται από τις ισχύουσες μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου διατάξεις οι εκκρεμείς διοικητικές διαδικασίες παραχωρήσεως αιγιαλού ή και παραλίας και χώρων εντός ζώνης λιμένα, καθώς και οι εκκρεμείς διαδικασίες νομιμοποιήσεως έργων επ’ αυτών.
5. Εκκρεμείς κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου διοικητικές διαδικασίες καθορισμού χώρων, οι οποίοι εξομοιώνονται με ζώνη λιμένα της παραγράφου 4 του άρθρου 2 του ν. 2575/1998 (ΦΕΚ Α΄ 23), καταργούνται.
6. Πράξεις καταλογισμού προστίμου, οι οποίες εκδόθηκαν με βάση τις διατάξεις περί προστασίας του αιγιαλού και της παραλίας, ανακαλούνται, εφόσον οι ενδιαφερόμενοι εντός ανατρεπτικής προθεσμίας δεκατεσσάρων μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου προβούν είτε στη νομιμοποίηση των παράνομων έργων, εγκαταστάσεων ή κατασκευών, είτε στην κατεδάφιση των αυθαίρετων κτισμάτων και γενικά κατασκευών, είτε στη δια πρωτοκόλλου παράδοσή τους στην οικεία Κτηματική Υπηρεσία. Πρωτόκολλα διοικητικής αποβολής, τα οποία έχουν εκδοθεί για την ίδια αιτία, ανακαλούνται από τότε που εκδόθηκαν με πράξη του αρμόδιου οργάνου, εφόσον συντρέχει η προϋπόθεση του προηγουμένου εδαφίου. Στη διάρκεια της παραπάνω προθεσμίας αναστέλλεται η εκτέλεση των πράξεων αυτών.
7. Οι κατά την έναρξη ισχύος του ν. 2971/2001 οριογραμμές αιγιαλού, οι οποίες υπερβαίνουν τη ρυμοτομική γραμμή δομημένων οικοδομικών τετραγώνων ή τη διαμορφωμένη γραμμή δομήσεως σε παραδοσιακούς οικισμούς ή σε οικισμούς προϋφιστάμενους του 1923, επανακαθορίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος, λαμβανομένης υπόψη, αντίστοιχα, της ρυμοτομικής γραμμής ή της γραμμής δομήσεως που έχει διαμορφωθεί. Για τους οικισμούς αυτούς η γραμμή δομήσεως προσδιορίζεται από τη Διεύθυνση Περιβάλλοντος - Χωροταξίας (ΔΙΠΕΧΩ) της Γενικής Γραμματείας Περιφέρειας εντός αποκλειστικής προθεσμίας ενός μηνός από την υποβολή του σχετικού ερωτήματος της αρμόδιας Κτηματικής Υπηρεσίας, άλλως, αν παρέλθει άπρακτη η προθεσμία αυτή, από την Επιτροπή του άρθρου 8 .
8. Δεν θίγονται από τον παρόντα νόμο οι διατάξεις του α.ν. 376/1936 (ΦΕΚ Α΄ 546), τα άρθρα 24 έως και 32 του ν. 1892/1990 (ΦΕΚ Α΄101), καθώς και όλες οι διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας, οι οποίες αφορούν στην προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς, στην εξυπηρέτηση της εθνικής άμυνας και της ασφάλειας της Χώρας.
9. Διατηρείται σε ισχύ η ειδική νομοθεσία για το καθεστώς του Αγίου ΄Ορους, όπως αυτό καθορίζεται από το άρθρο 105 του Συντάγματος, τον καταστατικό χάρτη του Αγίου ΄Ορους και το κυρωτικό αυτού ν.δ. της 10/16.9.1926.
10. Παραμένουν σε ισχύ: α) τα άρθρα 3 και 14 του ν. 2730/1999 (ΦΕΚ Α΄130), όπως τροποποιήθηκαν και ισχύουν σήμερα, β) οι διατάξεις του ν. 2160/1993 (ΦΕΚ Α΄118) όπως ισχύουν σήμερα και γ) οι ειδικές διατάξεις περί αιγιαλού, παραλίας, θάλασσας, λιμένων και αλιείας.
11. Από την ισχύ του παρόντος νόμου καταργούνται οι διατάξεις των άρθρων 1 έως και 31, 34 πλην της παραγράφου 5 αυτού, και 37 του ν. 2971/2001, όπως έχουν τροποποιηθεί ή συμπληρωθεί μέχρι σήμερα καθώς και κάθε άλλη διάταξη, η οποία αντιτίθεται στις διατάξεις του παρόντος νόμου.
12. Καταργούνται από την έναρξη ισχύος των κοινών υπουργικών αποφάσεων, οι οποίες θα εκδοθούν κατ’ εξουσιοδότηση των παραγράφων 10 του άρθρου 6, 9 του άρθρου 8, 7 του άρθρου 12, 7 του άρθρου 13, 2 του άρθρου 16, 2 του άρθρου 21, 8 του άρθρου 22, και 2 του άρθρου 24, οι κανονιστικές αποφάσεις που εκδόθηκαν κατ’ εξουσιοδότηση του ν. 2971/2001 και ρυθμίζουν συναφή ζητήματα.

΄Αρθρο 28
Έναρξη ισχύος
Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις επιμέρους διατάξεις του.

Αθήνα …….. 2006
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ

Α) ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ Β) ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ
ΚΑΙ ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΣΗΣ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,


Γ) ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΑΣ, Δ) ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ,


Ε) ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ, ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ ΣΤ) ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ
ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΡΓΩΝ, ΚΑΙ ΤΡΟΦΙΜΩΝ,


Ζ) ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ, Η) ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ,


Θ) ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ, Ι) ΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ,


ΙΑ) ΑΙΓΑΙΟΥ ΚΑΙ ΝΗΣΙΩΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Παρακαλώ πέστε μου:

Πώς είναι δυνατόν να μετατραπεί ένας Σύλλογος Συνταξιούχων, λ.χ. ο Σύνδεσμος Συνταξιούχων Διπλωματικών Υπαλλήλων, σε καταναλωτικό Συνεταιρισμό, που να πετυχαίνει είτε άτοκες δόσεις σε αγαθά ή και ειδικές χαμηλές τιμές στα μέλη του;

Τι διαδικασία ακολουθείται; Τι σχετικά νομικά κείμενα υπάρχουν;

Πως μπορώ να συντάξω μια πειστική εισήγηση προς το Διοικητικό Συμβούλιο του Συνδέσμου Συνταξιούχων Διπλωματικών Υπαλλήλων, για το παραπάνω θέμα;