Απαντήσεις στα αιτήματα των Συλλόγων Παραγωγών Λαϊκών Αγορών Κρήτης
Απαντώντας γραπτώς στον βουλευτή Ηρακλείου του ΠΑΣΟΚ κ.Μανόλη Στρατάκη, ο οποίος είχε καταθέσει αναφορά στη Βουλή σχετικά με τα αιτήματα των Συλλόγων Παραγωγών Λαϊκών Αγορών Κρήτης, ο αρμόδιος Υφυπουργός Οικονομικών κ.Κουσελάς, αναφέρει ότι:“Σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ.2 του άρθρου 19 και της περ. ιγ’ του άρθρου 92 του Ν.3842/23.4.2010 (ΦΕΚ 58Α’) ‘Αποκατάσταση φορολογικής δικαιοσύνης, αντιμετώπιση φοροδιαφυγής και άλλες διατάξεις’ με τις οποίες καθορίζεται η έναρξη ισχύος του άρθρου 19 παρ.2 του ίδιου νόμου με τον οποίο τροποποιήθηκε η παρ.3 του άρθρου 4 του ΚΒΣ, καθώς και με τα οριζόμενα στην ΑΥΟ ΠΟΛ 1065/18.5.2010, ο επιτηδευματίας πωλητής οπωρολαχανικών, νωπών αλιευμάτων και λοιπών αγροτικών προϊόντων αποκλειστικά στις κινητές λαϊκές αγορές ή πλανοδίως, καθώς και ο αγρότης που πωλεί τα προϊόντα παραγωγής του από λαϊκές αγορές, εντάσσεται υποχρεωτικά από 1.10.2010 στη δεύτερη κατηγορία τήρησης βιβλίων και στην υποχρέωση χρήσης φορολογικών μηχανισμών του Ν.1809/1988 (ΦΕΚ 222/Α’), για την έκδοση αποδείξεων λιανικής πώλησης.
Περαιτέρω, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 41 του κώδικα ΦΠΑ (Ν.2859/2000), όπως ισχύει, οι αγρότες του ειδικού καθεστώτος δικαιούνται επιστροφής του ΦΠΑ που επιβάρυνε τις αγορές αγαθών ή λήψεις υπηρεσιών, τις οποίες πραγματοποίησαν κατά την άσκηση της εκμετάλλευσής τους. Η επιστροφή του φόρου ενεργείται από το Δημόσιο με την εφαρμογή κατ’ αποκοπή συντελεστή 11%, για πωλήσεις αγροτικών προϊόντων και παροχή αγροτικών υπηρεσιών που πραγματοποιούνται από 1.1.2009 προς άλλους υποκείμενους στο φόρο, εκτός των αγροτών του ειδικού καθεστώτος.
Επιπλέον, οι αγρότες που πωλούν αγροτικά προϊόντα δικής τους παραγωγής στις λαϊκές αγορές παραμένουν στο ειδικό καθεστώς για τη δραστηριότητα της αγροτικής παραγωγής τους και εκτός από την επιστροφή που θα λαμβάνουν με το συντελεστή 11% για τις χονδρικές πωλήσεις αγροτικών προϊόντων τους προς άλλους εμπόρους, θα λαμβάνουν επιστροφή με συντελεστή 5% για τις πωλήσεις που πραγματοποιούν οι ίδιοι από λαϊκές αγορές, όπως οι πωλήσεις αυτές θα προκύπτουν από το τηρούμενο βιβλίο.
Κατά συνέπεια με βάση τα ανωτέρω, δεν υφίσταται καμία διακριτική και άδικη φορολογική μεταχείριση για τους παραγωγούς των λαϊκών αγορών, αντιθέτως, με τις διατάξεις αυτές δίνεται η δυνατότητα στους αγρότες που πωλούν τα προϊόντα τους στις λαϊκές αγορές να συμψηφίζουν το φόρο που καταβάλουν για την πραγματοποίηση της παραγωγής τους, επιτυγχάνεται ίση μεταχείριση μεταξύ παραγωγών και εμπόρων και οι καταναλωτές θα λαμβάνουν αποδείξεις με αποτέλεσμα να προτιμούν την αγορά από τις λαϊκές αγορές.
Επιπροσθέτως, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα με την ΠΟΛ 1144/2010, η επιστροφή που προβλέπεται από τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 41 του κώδικα ΦΠΑ (Ν.2859/2000), για τους αγρότες του ειδικού καθεστώτος του ίδιου άρθρου, οι οποίοι πωλούν αγροτικά προϊόντα παραγωγής τους από δικό τους κατάστημα ή από λαϊκές αγορές ή τα εξάγουν ή τα παραδίδουν σε άλλο κράτος-μέλος, πραγματοποιείται δια συμψηφισμού με το φόρο εκροών που προκύπτει για κάθε φορολογική περίοδο από τις ανωτέρω δραστηριότητες που υπάγονται στο κανονικό καθεστώς ΦΠΑ.
Στην περίπτωση που για την δραστηριότητα αυτή προκύπτει πιστωτικό υπόλοιπο, επιστρέφεται με την απόφαση 1060481/4643/810/Α0014/ΠΟΛ1073/21.7.04.
Όσον αφορά στο αίτημα για αύξηση του συντελεστή επιστροφής από 5% σε 8%, σας γνωρίζουμε ότι οι συντελεστές επιστροφής στους αγρότες του ειδικού καθεστώτος, σύμφωνα με το κοινοτικό πλαίσιο περί ΦΠΑ, το οποίο είναι υποχρεωτικό για τη χώρα μας, προσδιορίζονται με βάση το σύνολο του ΦΠΑ, που καταβάλλεται από τον αγροτικό τομέα σε σχέση με τη συνολική αγροτική παραγωγή. Εκτιμάται ότι με την εφαρμογή του συντελεστή επιστροφής 11% για την αγροτική παραγωγή που διατίθεται προς άλλους υποκείμενους στο φόρο και το συντελεστή 5% για τις πωλήσεις αγροτικών προϊόντων στις λαϊκές αγορές, αντισταθμίζεται ο ΦΠΑ που καταβάλλεται για την παραγωγή αγροτικών προϊόντων στο σύνολο της.
Ενδεχόμενα προβλήματα που παρουσιάζονται αξιολογούνται και μελετώνται προς εξεύρεση λύσεων, δεδομένων όμως και των δημοσιονομικών συνθηκών.
Ένας από τους στόχους της φορολογικής πολιτικής, είναι ο λογιστικός προσδιορισμός του εισοδήματος όλων των επιτηδευματιών, που υλοποιείται με τον ψηφισθέντα νόμο 3842/ΦΕΚ 58Α/23.4.2010. Για το λόγο αυτό, με τις διατάξεις του νόμου αυτού, επιβάλλεται η υποχρεωτική τήρηση βιβλίων τουλάχιστον Β’ κατηγορίας από όλους τους επιτηδευματίες, συμπεριλαμβανομένων και των πωλητών αγροτικών προϊόντων στις λαϊκές αγορές (παραγωγών ή μη), προκειμένου να είναι εφικτή η εξαγωγή λογιστικού αποτελέσματος.
Το μέτρο αυτό της υποχρέωσης τήρησης Β’ κατηγορίας, καθώς και της έκδοσης αποδείξεων λιανικής πώλησης με τη χρήση φορολογικών ταμειακών μηχανών του Ν.1809/1988 από όλους τους επιτηδευματίες, θεσπίστηκε για την επίτευξη του πιο πάνω αναφερόμενου στόχου, αλλά και για λόγους ισονομίας και αποφυγής αθέμιτου ανταγωνισμού, ενόψει και της εφαρμογής του μέτρου της θέσπισης αφορολόγητου ορίου με αποδείξεις στη φορολογία εισοδήματος.
Ως εκ τούτου, δεν αντιμετωπίζεται περίπτωση ανάκλησης του μέτρου αυτού για τους παραγωγούς πωλητές αγροτικών προϊόντων στις λαϊκές αγορές, οι οποίοι σύμφωνα με την απόφαση ΠΟΛ 1065/18.5.2010 του Υπουργού Οικονομικών, από 1/10/2010 εντάχθηκαν, όπως και όλοι οι πωλητές αγροτικών προϊόντων στις λαϊκές αγορές (παραγωγοί και μη), υποχρεωτικά στη δεύτερη κατηγορία τήρησης βιβλίων και στην έκδοση αποδείξεων λιανικής πώλησης με τη χρήση φορολογικών ταμειακών μηχανών.
Περαιτέρω, αναγνωρίζοντας την αναγκαιότητα των δυσκολιών έγκαιρης προσαρμογής στην πιο πάνω υποχρέωση των αγροτών, λόγω του ότι για πρώτη φορά υποχρεώνονται σε τήρηση βιβλίων, με την πρόσφατα υπογραφείσα εγκύκλιο ΠΟΛ 1189/2010 παρασχέθηκε στους εν λόγω υπόχρεους σειρά διευκολύνσεων σε ότι αφορά την εφαρμογή των διατάξεων του ΚΒΣ όπως πχ. η δυνατότητα ενημέρωσης των βιβλίων μέχρι την 15/1/2011, την απόκτηση φορολογικών ταμειακών μηχανών έως 31/12/2010, χωρίς την επιβολή κυρώσεων για το διάστημα από 1/7/2010 μέχρι 31/12/2010.
Επιπλέον, η εξαίρεση των παραγωγών αγροτικών προϊόντων από τις πιο πάνω υποχρεώσεις, δεν κρίνεται σκόπιμη και για λόγους ίσης μεταχείρισης με τους μη παραγωγούς αγροτικών προϊόντων στις λαϊκές αγορές, οι οποίοι διαθέτουν τα ίδια αγαθά και κάτω από τις ίδιες συνθήκες με τους παραγωγούς”.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου